Ο πολυμερής διάλογος για Α. Μεσόγειο υποκρύπτει συζήτηση και για συνεκμετάλλευση υδρογονανθράκων;

29-10-2025

Γράφει ο Στέλιος Φενέκος, Υποναύαρχος ε.α.

Ο ΠΟΛΥΜΕΡΗΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΓΙΑ Α. ΜΕΣΟΓΕΙΟ ΥΠΟΚΡΥΠΤΕΙ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΚΑΙ ΓΙΑ ΣΥΝΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΥΔΡΟΓΟΝΑΝΘΡΑΚΩΝ;

Πριν από πέντε χρόνια, η Κοινωνία Αξιών διοργάνωσε ημερίδα στο Χίλτον, με τίτλο «Εύφλεκτη Ειρήνη» – έδωσα μάλιστα συνέντευξη στο τηλεοπτικό κανάλι Militaire – με αντικείμενο το ερώτημα εάν και υπό ποιες προϋποθέσεις θα μπορούσε να υπάρξει συνεκμετάλλευση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων με την Τουρκία, σε περιοχές που διεκδικούνται και από τις δύο χώρες.

Τότε είχαμε επισημάνει ότι το ζήτημα αυτό δεν θα αργούσε να τεθεί επιτακτικά, κυρίως λόγω εξωτερικών πιέσεων από τρίτες χώρες και ενεργειακά συμφέροντα που βλέπουν την Ανατολική Μεσόγειο ως νέα πηγή ενεργειακής τροφοδοσίας.

Είχε υποστηριχθεί ότι η Ελλάδα όφειλε να εξετάσει με διακριτικότητα και ψυχραιμία το θέμα σε βάθος, και να έχουμε προετοιμασθεί για να αντιδράσουμε κατάλληλα και όπως μας συμφέρει σε μία τέτοια περίπτωση, προκειμένου καλύτερα τα εθνικά συμφέροντα, αντί να αιφνιδιαστεί από εξελίξεις που θα της επιβληθούν εξωτερικά.

Δυστυχώς, η εκτελεστική εξουσία της εποχής απέφυγε να αγγίξει το ζήτημα και ουδέποτε το διερεύνησε συστηματικά και διακριτικά, όπως θα επέβαλλε η σοβαρότητα και η εμπιστευτικότητα του θέματος (θεωρώντας το πολιτικά τοξικό).

Ο ΠΟΛΥΜΕΡΗΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΚΑΙ Η ΣΥΝΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ

Ας δούμε τι είπε η κα Ντόρα Μπακογιάννη το 2023 (σε συνέντευξη της στο Kriti tv και στην Ναυτεμπορική): «Κάποια στιγμή θα γίνει διεθνής διάσκεψη για τα ενεργειακά στη Μεσόγειο, θα υπάρξει ευρύτερη συμφωνία. Η Μεσόγειος είναι μικρή θάλασσα με πολλά κράτη». Είχα δημοσιεύσει τότε συγκεκριμένες θέσεις για το ζήτημα αυτό (https://www.facebook.com/…/pfbid0hsqqTJCq9yc8PpYZEPjL2h…)

Σήμερα, η πρόσφατη δήλωση του Πρωθυπουργού για την ανάγκη διαλόγου με τις άλλες χώρες της περιοχής υποκρύπτει εμμέσως και το ζήτημα της συνεκμετάλλευσης στην Ανατολική Μεσόγειο. Ένα ζήτημα που η Τουρκία θέτει επίμονα και στρατηγικά, όχι ως τεχνική πρόταση συνεργασίας, αλλά ως μέσο νομιμοποίησης των ευρύτερων θαλασσίων και κυριαρχικών της διεκδικήσεων.

Και όπως έχω αναλύσει σε προηγούμενα άρθρα μου, η μετατόπιση της διεθνούς πολιτικής σκηνής κατά την περίοδο διακυβέρνησης Τραμπ, έχει συμβάλει στην εμπορευματοποίηση των διεθνών σχέσεων: η οικονομική συναλλαγή, οι ενεργειακές συνεργασίες και η επιβολή ισχύος μέσω οικονομικών και στρατιωτικών εργαλείων προτάσσονται έναντι του Διεθνούς Δικαίου, του θεσμικού πλαισίου των διεθνών σχέσεων, και της πολυμερούς διπλωματίας.

Η αντίληψη αυτή, που δίνει προτεραιότητα στις οικονομικές συναλλαγές, στην πραγματιστική εκμετάλλευση των πόρων και λιγότερο στη νομική θεμελίωση των σχέσεων, έχει επηρεάσει βαθιά την περιφερειακή συμπεριφορά αυταρχικών κρατών όπως είναι και η Τουρκία, σε μια γενικότερη παγκόσμια τάση “ρεαλιστικής οικονομικής διπλωματίας”, όπου οι οικονομικές συναλλαγές υπερισχύουν των κανόνων.

Η Άγκυρα ελπίζει πως μια πολυμερής συζήτηση μεταξύ συγκεκριμένων χωρών στην Ανατολική Μεσόγειο (εκτός Ισραήλ και με την συμμετοχή της διοίκησης των κατεχομένων) για διευθέτηση των διεκδικήσεων της (που περιλαμβάνει και την συνεκμετάλλευση ενεργειακών πόρων), θα αποδυναμώσει την ελληνική νομική θέση και θα αναγνωρίσει εμμέσως την παρουσία της σε θαλάσσιες περιοχές που διεκδικεί καταχρηστικά, διευρύνοντας προοδευτικά την δικαιοδοσία της (creeping jurisdiction).

ΤΙ ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ UNCLOS

Η εκμετάλλευση θαλάσσιων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου συχνά «σκοντάφτει» σε αβέβαιες ή αντικρουόμενες θαλάσσιες οριοθετήσεις από τις χώρες, λόγω διεκδικούμενων περιοχών ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας ως προς την ισχύ ή όχι του κανόνα της μέσης απόστασης.

Η UNCLOS σύμφωνα με τα άρθρα 74(3) και 83(3), δεν απαιτεί να λυθούν εξαρχής όλα τα ζητήματα οριοθέτησης (ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας), αλλά ενθαρρύνει τις χώρες να προβούν σε προσωρινές ρυθμίσεις πρακτικού χαρακτήρα, που δεν σημαίνουν εκχώρηση ούτε προδικάζουν μόνιμη οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, επί των διεκδικούμενων από κάθε χώρα περιοχών.

Σ’ αυτό το πλαίσιο αναπτύχθηκαν δύο εργαλεία:

1) Οι Ζώνες Κοινής Ανάπτυξης (Joint Development Areas/Zones – JDA/JDZ), δηλαδή προκαθορισμένες περιοχές όπου δύο ή περισσότερα κράτη συμφωνούν να εξορύξουν μαζί και να εκμεταλλευθούν τα υποθαλάσσια ορυκτά καύσιμα, με μια κοινή αρχή για άδειες, έργα και έσοδα.

2) Η διαδικασία πρακτικής ενοποίησης του κοιτάσματος, «unitization», όταν ένας συγκεκριμένος ταμιευτήρας βρίσκεται και στις δύο δικαιοδοσίες επί κυριαρχίας ή κυριαρχικών δικαιωμάτων (ή διεκδικήσεις περιοχών), τότε αντιμετωπίζεται ως μία ενιαία δεξαμενή, με συμφωνημένους συντελεστές κατανομής, αναλογικά με το που βρίσκεται ως προς τα όρια, πόση χωρητικότητα έχει κλπ, και οι οποίοι μπορούν να αναθεωρηθούν, όταν αλλάζουν οι τεχνικές εκτιμήσεις για το μέγεθος και τις δυνατότητες των κοιτασμάτων.

Υπάρχουν μάλιστα αρκετές περιπτώσεις διεθνώς, όπου χώρες, παρά τις διαφορές τους στον καθορισμό των θαλάσσιων ζωνών (ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδας κ.λπ.), συμφώνησαν σε συνεκμετάλλευση κοιτασμάτων πετρελαίου/φυσικού αερίου (“joint development” ή «unitization»), χωρίς να προβούν καν σε συμφωνία οριοθέτησης αυτών των θαλασσίων ζωνών.

Η ΔΕΘΝΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΜΕ ΕΤΕΡΟΚΛΗΤΩ ΟΜΩΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Η πρακτική έχει δοκιμαστεί και στην πράξη με ετερόκλητα αποτελέσματα.

1) Στον Κόλπο της Ταϊλάνδης, η Μαλαισία και η Ταϊλάνδη, παρότι είχαν αντίθετες αξιώσεις για υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ, υπέγραψαν από το 1979 Μνημόνιο Κατανόησης και το 1990 ίδρυσαν την Malaysia–Thailand Joint Authority για να διαχειρίζεται την MT-JDA (Malaisia – Thailand Joint Devlopment Area). Η συμφωνία δεν εξαφάνισε τα δικαιώματα κυριαρχίας που διεκδικούσε κάθε χώρα, αλλά λειτούργησε ως συμφωνημένη, διαρκής «γέφυρα» μέχρι την οριστική οριοθέτηση, επιτρέποντας να εντοπιστούν και να αξιοποιηθούν σημαντικοί πόροι και για τις δύο χώρες με κανόνες και διαφάνεια.

2) Στον αντίποδα, η Japan–Korea Joint Development Zone που έγινε το 1978 (και δεν εφαρμόσθηκε τελικά), μας δείχνει ότι μια συμφωνία στο χαρτί δεν αρκεί. Αν η πολιτική βούληση υποχωρήσει ή οι διμερείς σχέσεις δυσκολέψουν, η εξόρυξη μπορεί να μην γίνει ποτέ, παρά την πολλά υποσχόμενη αρχική συμφωνία και τις ρεαλιστικές προσδοκίες για τα κοιτάσματα.

3) Η «Ουδέτερη Ζώνη» Σαουδικής Αραβίας–Κουβέιτ αποτελεί μία ιδιαίτερη περίπτωση. Από μη οριοθετημένη διεκδικούμενη περιοχή από τις δύο χώρες του μεσοπολέμου, εξελίχθηκε σε πεδίο συστηματικής συνεκμετάλλευσης, με σύγχρονες προεκτάσεις, όπως η κοινή ανάπτυξη του πεδίου Durra, αποδεικνύοντας ότι ακόμα και «γκρίζες» ζώνες μπορούν να καταστούν παραγωγικές όταν υπάρχει πολιτική βούληση, μία καλή συμφωνία και σαφείς ρόλοι και για τους δύο.

4) Στον Κόλπο της Γουινέας, η JDZ μεταξύ Νιγηρίας και των νήσων Σάο Τομέ και Πρίνσιπε (2001), με κατανομή εσόδων 60/40, έστησε θεσμούς και κανόνες αλλά απέτυχε στην υλοποίηση εξαιτίας της αναποτελεσματικής διαχείρισης, της ελλιπούς χρηματοδότησης και του ρίσκου, επιβεβαιώνοντας τον κανόνα, ότι οι συμφωνίες χρειάζονται πολιτική βούληση, ικανότητα, μέσα και συνέπεια για να αποδώσουν.

5) Στην Ευρώπη, η Γαλλία και η Ισπανία συμφώνησαν από το 1974 στον Βισκαϊκό Κόλπο την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας με κοινή ανάπτυξη σε συγκεκριμένη ζώνη εκμετάλλευσης, ένα πρώιμο παράδειγμα «συνεργασίας εν αναμονή».

6) Επίσης στην Βόρεια Θάλασσα, η ενοποίηση διασυνοριακών κοιτασμάτων έγινε κανόνας. Στο κοίτασμα Frigg, με συμφωνία του 1976, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Νορβηγία συμφώνησαν ρητά για «εκμετάλλευση του ως ενιαία μονάδα», με λεπτομερείς ρυθμίσεις για όρια, αποθέματα, άδειες, ασφάλεια, επιθεωρήσεις και κρίσιμες ρήτρες redetermination. Το κοίτασμα Statfjord επιβεβαίωσε επίσης ότι η διαδικασία «unitization» δεν αφορά μόνο μικρά πεδία αλλά και κολοσσούς.

7) Η συμφωνία μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Ολλανδίας (UK–Netherlands Single Geological Structures Agreement -1965) παγίωσε μια τεχνοκρατική κουλτούρα συνεργασιών, που μείωσε τις τριβές λόγω διεκδικήσεων επί τν θαλασσίων ζωνών.

ΚΑΤΑΛΗΓΟΝΤΑΣ

Σε αυτό το πλαίσιο, η εκκίνηση οιουδήποτε διαλόγου περί συνεκμετάλλευσης αποκτά διπλή σημασία: από τη μία μπορεί να αποτελέσει εργαλείο αποκλιμάκωσης και ρεαλιστικής προσέγγισης για την αξιοποίηση πόρων, από την άλλη όμως μπορεί να λειτουργήσει ως δίοδος έμμεσης αναγνώρισης αμφισβητούμενων τουρκικών αξιώσεων.

Γι’ αυτό η όποια συζήτηση πολυμερούς διαλόγου με την συμμετοχή της Τουρκίας, πρέπει να στηρίζεται σε ακλόνητο νομικό και θεσμικό υπόβαθρο, με ρητή αποδοχή από τις συμμετέχουσες χώρες και αναφορά στις πρόνοιες του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας (UNCLOS) και με μηχανισμούς που θα διασφαλίζουν ότι καμία προσωρινή συμφωνία δεν θα επιφέρει μόνιμα αποτελέσματα εις βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας.

ΣΗΜ: Ακολουθεί συγκεκριμένο άρθρο επί των αδυναμιών μίας ενδεχόμενης πρότασης για μία τέτοια συμφωνία, και επί των αναγκαίων ενεργειών που πρέπει να γίνουν από την χώρα μας για προστασία των εθνικών συμφερόντων.

*Το κείμενο εκφράζει προσωπικές απόψεις και εκτιμήσεις του συντάκτη

φωτ.αρχείου