22-4-2025
Γράφει ο Παναγιώτης Γέροντας, Ιστορικός-Συγγραφέας

Το παρακάτω σύντομο κείμενο θα προσπαθήσει να διερευνήσει το αν βοηθούν ή δυσκολεύουν οι δασμοί τη λειτουργία μιας εθνικής οικονομίας και μάλιστα την αμερικανική, και με ποιούς τρόπους.
Η οικονομία ως σύστημα
Η παγκόσμια οικονομία είναι δυνατόν να ιδωθεί ως ένα σύστημα. Οι χώρες που βρίσκονται στην «άκρη του συστήματος» παρέχουν τις πρώτες ύλες στις χώρες του κέντρου που παράγουν τα υψηλής εξειδίκευσης βιομηχανικά προϊόντα[1]. Αυτή την εποχή, αναφερόμαστε σε ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο σύστημα οικονομικών σχέσεων, ιδιαίτερα αν σκεφτούμε ότι ένα αυτοκίνητο ή ένα αεροσκάφος ή ακόμη και ένα κινητό τηλέφωνο περιέχει πλήθος εξαρτημάτων που προέρχονται από πολλές και διάφορες χώρες.
Οι δασμοί αποτελούν μια μορφή τεχνητής αύξησης του κόστους των εισαγόμενων προϊόντων, η οποία έχει ως στόχο να κάνει τα εγχώρια προϊόντα πιο ανταγωνιστικά. Αν, για παράδειγμα, οι ΗΠΑ επιβάλουν 25% δασμό στον εισαγόμενο χάλυβα από την Κίνα, τότε ο εγχώριος χάλυβας γίνεται (σχετικά) φθηνότερος στην αμερικανική αγορά. Αυτό παρέχει ένα προσωρινό πλεονέκτημα στις εγχώριες βιομηχανίες, οι οποίες ενδέχεται να αυξήσουν την παραγωγή τους, να επαναπροσλάβουν εργαζομένους και να επενδύσουν σε νέες γραμμές παραγωγής.
Η άμεση επίδραση που αναφέρθηκε παρατηρήθηκε όντως στις ΗΠΑ κατά την περίοδο 2017–2018. Η αμερικανική χαλυβουργία και η βιομηχανία αλουμινίου παρουσίασαν αύξηση στην εγχώρια παραγωγή, καθώς περιορίστηκε προσωρινά ο ανταγωνισμός από εισαγωγές. Παράλληλα, η διοίκηση Τραμπ καλλιέργησε ένα ισχυρό πολιτικό αφήγημα «επιστροφής της βιομηχανίας», που ενίσχυσε την πολιτική του βάση σε κρίσιμες Πολιτείες όπως η Πενσυλβάνια και το Οχάιο.
Το κρίσιμο σημείο, όμως, είναι πως οι περισσότεροι τομείς της αμερικανικής οικονομίας δεν είναι τελικοί παραγωγοί, αλλά εξαρτώνται από παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες. Για παράδειγμα, η αυτοκινητοβιομηχανία των ΗΠΑ βασίζεται σε εισαγόμενο χάλυβα και αλουμίνιο, που με την επιβολή δασμών γίνονται ακριβότερα. Με τον τρόπο αυτόν, αυξάνεται το συνολικό κόστος παραγωγής για τις αυτοκινητοβιομηχανίες, οι οποίες είτε μειώνουν την κερδοφορία τους είτε μετακυλίουν το κόστος στους καταναλωτές. Με παρόμοιο τρόπο, λειτουργεί το σύστημα σε όλες τα υψηλής εξειδίκευσης βιομηχανικά προϊόντα.
Επιπρόσθετα, η επιβολή δασμών προκαλεί αντίμετρα από τις πληγείσες χώρες. Η Κίνα, για παράδειγμα, ανταπάντησε με δασμούς σε αμερικανικά αγροτικά προϊόντα όπως η σόγια και το καλαμπόκι, πλήττοντας άμεσα τους Αμερικανούς αγρότες. Το ίδιο συνέβη και με το Μεξικό ή την Ε.Ε. Η συνέπεια ήταν η μείωση των αμερικανικών εξαγωγών σε καίριες αγορές, ιδιαίτερα σε κλάδους που μέχρι πρότινος είχαν συγκριτικό πλεονέκτημα. Για να απορροφηθούν οι απώλειες, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση προχώρησε σε κρατικές επιδοτήσεις δισεκατομμυρίων δολαρίων, υπονομεύοντας τη δημοσιονομική ισορροπία.
Η τακτική των δασμών προκαλεί έντονη επενδυτική αβεβαιότητα, καθώς οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να προγραμματίσουν τις εργασίες τους λόγω της αστάθειας των εμπορικών πολιτικών. Η απειλή συνεχών μεταβολών στους δασμούς ή στις εμπορικές συμφωνίες έχει αποτρεπτικό αποτέλεσμα σε επενδύσεις τόσο εγχώριες όσο και ξένες. Επιπλέον, η αστάθεια στις εφοδιαστικές αλυσίδες εν μέσω πολέμου δασμών προκαλεί διαταραχές στην παραγωγή.
Παρά τις παρεμβάσεις, το συνολικό εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ δεν μειώθηκε, απλώς μεταβλήθηκε ο γεωγραφικός χάρτης των εμπορικών ροών. Οι εισαγωγές από την Κίνα μειώθηκαν, αλλά αυξήθηκαν από άλλες ασιατικές χώρες όπως το Βιετνάμ, η Ινδία και η Ταϊβάν. Αυτό επιβεβαιώνει το φαινόμενο του “trade diversion”: οι δασμοί οδηγούν σε αναδιάταξη εμπορικών ροών, όχι απαραίτητα σε ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής.
Συνοψίζοντας, οι δασμοί λειτουργούν αρχικά σαν «ασπιρίνη» προσφέροντας άμεση και επιφανειακή ανακούφιση σε ορισμένους τομείς, αλλά παράγουν ανεπιθύμητες παρενέργειες στο σύνολο του οικονομικού οργανισμού. Η σύνθετη φύση της σημερινής παγκοσμιοποιημένης παραγωγής καθιστά αμφίβολη την αποτελεσματικότητα τέτοιων μονομερών εργαλείων μακροπρόθεσμα. Οι οικονομικές αλυσίδες είναι πλέον διεθνείς και διασυνδεδεμένες με συνέπεια οι δασμοί να μην θεωρούνται πλέον αποτελεσματικό μέτρο και μέσο οικονομικής πολιτικής.
Τί δέον να γίνει αντί της επιβολής δασμών
Δέον είναι να τονιστεί στο σημείο αυτό ότι η στοχοθεσία του Προέδρου Τραμπ, ήτοι η επιστροφή της παραγωγής στη Δύση και ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, είναι σωστή. Το να ευρίσκεται η παραγωγή στην Ανατολή και οι υπηρεσίες στη Δύση προκαλεί σοβαρές οικονομικές ανισορροπίες και έχει πολλαπλές επιβλαβείς επιπτώσεις στις δυτικές οικονομίες, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα.
Πρώτον, οι δυτικές χώρες χάνουν την ικανότητα να κατασκευάζουν κρίσιμα βιομηχανικά προϊόντα. Αυτό οδηγεί σε απώλεια τεχνογνωσίας και σε επικίνδυνες γεωπολιτικές εξαρτήσεις, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσεων. Παράλληλα, όταν η παραγωγή μεταφέρεται μακριά, μειώνεται η ταχύτητα και ποιότητα της καινοτομίας, ενώ χάνεται το πρακτικό feedback που ενισχύει τον σχεδιασμό νέων προϊόντων.
Δεύτερον, οι χώρες που εισάγουν σχεδόν τα πάντα και εξάγουν κυρίως υπηρεσίες ή χρηματοοικονομικά προϊόντα, έχουν μόνιμα ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο. Η αποβιομηχάνιση προκαλεί οικονομική παρακμή σε ολόκληρες περιοχές. Επιπρόσθετα, οι εισαγωγές από την Ανατολή πληρώνονται με σκληρό συνάλλαγμα (USD, EUR), οδηγώντας σε πίεση των νομισμάτων της Δύσης και εξάρτηση από το εξωτερικό για χρηματοδότηση των ελλειμμάτων.
Τρίτον, η απομάκρυνση της παραγωγής προκαλεί και σοβαρά κοινωνικά προβλήματα. Οι θέσεις εργασίας στον τομέα των υπηρεσιών δεν είναι πάντα αντίστοιχης ποιότητας ή αριθμού. Τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα χάνουν σταθερές και καλοπληρωμένες δουλειές. Δημιουργείται μια νέα μορφή οικονομικού δυϊσμού: μια ανώτερη τάξη «τεχνοκρατών» και μια πολυπληθής εργατική τάξη, η οποία απασχολείται σε «ευκαιριακού τύπου» δουλειές. Επιπρόσθετα, οι εργαζόμενοι στις υπηρεσίες σπανίως αντλούν ευχαρίστηση από τη δουλειά τους και το επίπεδο αυτοπραγμάτωσης παραμένει χαμηλό (σημαντική ανθρώπινη ανάγκη κατά Maslow) προκαλώντας ακόμη μεγαλύτερη κοινωνική δυσαρέσκεια και αναταραχή.
Τα μέτρα ωστόσο πρέπει να είναι θετικής μορφής, όπως οι φορολογικές ελαφρύνσεις και οι επενδύσεις. Η μείωση του φορολογικού συντελεστή στις επιχειρήσεις θα οδηγήσει σε ενίσχυση των επενδύσεων στην αμερικανική αγορά, ενώ η θέσπιση φοροαπαλλαγών θα ήταν δυνατόν να λειτουργήσει ως κίνητρο για τις εταιρείες να επαναπατρίσουν την παραγωγή στις ΗΠΑ.
Επιπρόσθετα, θα ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθούν επιδοτήσεις σε στρατηγικούς οικονομικούς τομείς, όπως η τεχνολογία και η ενέργεια. Παράλληλα, η προώθηση επιδοτήσεων σε ερευνητικά προγράμματα θα προάγει την καινοτομία και συνακόλουθα την ανάπτυξη της παραγωγής. Επιπλέον, οι επενδύσεις σε υποδομές, όπως οι μεταφορές, οι επικοινωνίες και η μεταφορά ενέργειας, προκαλούν μείωση του κόστους παραγωγής και συνακόλουθα την αύξησή της με τη βελτίωση της ποιότητας της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Συμπερασματικά, θα ήταν δυνατόν να υπιστηριχθεί ότι οι δασμοί αποτελούν ένα παρωχημένο οικονομικό μέτρο σε μια παγκοσμιοποιημένη και αλληλοεξαρτώμενη οικονομία. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ προσπαθεί για τους σωστούς λόγους αλλά, κατά τη γνώμη μας, με λάθος τρόπους. Η οικονομική εξυγίανση επιτυγχάνεται λυσιτελέστερα με θετικές ενέργειες και με ενέργειες που αποσκοπούν στη σταδιακή μετάβαση και όχι στην πρόκληση σοκ στις αγορές.

Οι θαλάσσιες εμπορικές οδοί του κόσμου (πηγή)
[1] Ένα βιομηχανικό προϊόν υψηλής ειδίκευσης είναι ένα προϊόν που χαρακτηρίζεται από 1) την πολυπλοκότητα και την τεχνογνωσία 2) τη χρήση προηγμένης τεχνολογίας 3)τον περιορισμένο αριθμό παραγωγών 4) την υψηλή προστιθέμενη αξία, το κόστος δηλαδή που αντικατοπτρίζει την τεχνική πολυπλοκότητα και την εξειδικευμένη εργασία που απαιτούνται για την παραγωγή του και 4) τη στρατηγική σημασία ή κρίσιμη χρήση του (εθνική άμυνα, διαστημική τεχνολογία, ενέργεια, ναυπηγική κ.α).
Δημοσιεύεται στο methormisakathektou.blog
*Το άρθρο εκφράζει προσωπικές απόψεις και εκτιμήσεις του συντάκτη
