Η αντιπρόσβαση ως βασικό στοιχείο αμυντικής πολιτικής

22-2-2025

Γράφει ο Παναγιώτης Γέροντας, Ιστορικός-Συγγραφέας

Οι συγκρούσεις άρνησης πρόσβασης (antiaccess warfare) είναι οι ενέργειες ενός στρατηγικού σχεδίου που ως στόχο έχουν την αποτροπή κίνησης εχθρικών δυνάμεων προς μία περιοχή –ή ακόμη και της ικανότητας και της ίδιας της λήψης της απόφασης τέτοιας ενέργειας- μαζί με τις προσπάθειες εκμηδένισης της διαρκούς παρουσίας (forward – presence[1]) των δυνάμεων του εχθρού καθώς και της μείωσης της συνολικής επιρροής του εχθρού στην περιοχή. Η συντομογραφία που χρησιμοποιείται είναι η A2/AD (anti–access/area denial). Το πρώτο μέρος της συντομογραφίας, το anti-access (άρνηση πρόσβασης), αναφέρεται σε όλες αυτές τις ενέργειες που λαμβάνουν χώρα προς αποτροπή κίνησης των εχθρικών δυνάμεων προς το πεδίο επιχειρήσεων, ενώ το δεύτερο, το area denial (άρνηση περιοχής), αναφέρεται στις ενέργειες που λαμβάνουν χώρα αφού οι δυνάμεις του εχθρού έχουν εισέλθει στο πεδίο επιχειρήσεων.

Η παραπάνω συντομογραφία έχει οδηγήσει στο να γίνεται αντιληπτός ο παραπάνω όρος ως καθαρά στρατιωτικός και συγκεκριμένα αεροναυτικός, ενώ οι επιχειρήσεις άρνησης πρόσβασης εντάσσονται στο πλαίσιο των ασύμμετρων επιχειρήσεων και πρόκειται στην ουσία για μία τακτική άμυνας που όμως είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί προς επίτευξη επιθετικών στόχων. Είναι ιδιαίτερα γνωστό το παράδειγμα της Κίνας, η οποία με πυραύλους cruise μεγάλης εμβέλειας και βαλλιστικούς πυραύλους σε συνδυασμό με συστήματα αεροναυτικής άμυνας έχει δημιουργήσει ζώνες άρνησης πρόσβασης ακτίνας πολλών ναυτικών μιλίων.

Θαλασσα της Κίνας
πηγή

Αυτή η λογική αντιμετώπισης περιορίζει την έννοια της αντιπρόσβασης σε καθαρά στρατιωτικά πλαίσια, ενώ ως μέρος της αποτροπής, σχετίζεται με τη γενικότερη πολιτική του κράτους σε θέματα αποτροπής κρίσεων – εντάσεων – πολέμου. Η κλιμάκωση των συγκρούσεων μπορεί να λάβει τουλάχιστον τρεις μορφές. Η σκόπιμη κλιμάκωση είναι όταν μια δύναμη σκόπιμα αυξάνει την ένταση ή το εύρος μιας σύγκρουσης για να αποκτήσει πλεονέκτημα στέλνοντας το μήνυμα στον αντίπαλο ότι το δίλημμά του είναι η υποχώρηση ή η ήττα με πολλές απώλειες. Ακούσια κλιμάκωση συμβαίνει όταν μια ή περισσότερες δυνάμεις προβαίνουν σε ενέργεια που ερμηνεύεται ως κλιμάκωση από τον αντίπαλο, ακόμη και αν αυτό δεν ισχύει. Αυτός ο μηχανισμός αναγνωρίζει ότι τα όρια κλιμάκωσης είναι εγγενώς υποκειμενικά και μπορεί να είναι ρευστά. Τυχαία κλιμάκωση συμβαίνει όταν μία ή περισσότερες μονάδες διαπράξουν ένα επιχειρησιακό λάθος. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει μια ακούσια σύγκρουση μεταξύ πλοίων, αεροσκαφών και χερσαίων μονάδων ή και βομβαρδισμό λάθος στόχου.

Η δυναμική αντίδραση της Ελλάδος στη κρίση του Μαρτίου του 1987 (Σισμίκ)
Η δυναμική αντίδραση της Ελλάδος στη κρίση του Μαρτίου του 1987 (Σισμίκ) οδήγησε στην άτακτη διπλωματική υποχώρηση των Τούρκων (πηγή)

Είναι πλέον κοινό κτήμα ότι η έναρξη των κινητικών επιχειρήσεων (η «ημέρα μηδέν») δεν σηματοδοτεί την αρχή του πολέμου αλλά ότι αυτός εκκινεί ημέρες πριν (…-3, -2, -1) με ασύμμετρες επιχειρήσεις, όπως ψυχολογικές επιχειρήσεις κάθε είδους, προκλητικές δηλώσεις αξιωματούχων του εχθρικού κράτους, επιχειρήσεις κυβερνοχώρου, επιχειρήσεις ΜΜΕ, τρομοκρατικές ενέργειες, υποκίνηση διαδηλώσεων σε ξένο έδαφος, δημιουργία μεταναστευτικών ρευμάτων κ.α. Η αντιπρόσβαση περιλαμβάνει πολιτικές διπλωματικές, οικονομικές, νομικές, κοινωνικές και δημοσιογραφικές ενέργειες και όχι μόνο στρατιωτικές.

Ένας Standard Missile 3 (SM-3) εκτοξεύεται από το καταδρομικό κατευθυνόμενων πυραύλων USS Shiloh (CG 67) κατά τη διάρκεια άσκησης του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ (πηγή)

Η στρατηγική της αντιπρόσβασης έχει τα παρακάτω χαρακτηριστικά. Πρώτον, τη στρατηγική αντίληψη της στρατιωτικής ανωτερότητας του αντιπάλου. Αυτή η αντίληψη δεν σημαίνει ότι δεν υιοθετούνται επιθετικοί στόχοι, σημαίνει ωστόσο την υιοθέτηση αμυντικής τακτικής προς την επίτευξη αυτών. Δεύτερον, τη συνειδητοποίηση της γεωγραφίας ως ενός σημαντικού στοιχείου που αν χρησιμοποιηθεί λυσιτελώς, μπορεί να προκαλέσει σημαντική τριβή στις δυνάμεις του εχθρού λειτουργώντας ως ένας σημαντικός πολλαπλασιαστής ισχύος[2]. Τρίτον, την αντίληψη ότι η θάλασσα αποτελεί το κύριο πεδίο επιχειρήσεων. Τέταρτον την αντίληψη της σημασίας των πληροφοριών (intelligence) και του πληροφοριακού περιβάλλοντος (information) στις επιχειρήσεις. Πέμπτον, την δυνατότητα αντίληψης των επιπτώσεων στις επιχειρήσεις άλλων γεγονότων, φαινομενικά άσχετων, που συμβαίνουν παγκοσμίως.

Από τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν δύο χαρακτηριστικά της αντιπρόσβασης. Πρώτον, ότι για την επίτευξη αυτής απαιτείται η σύντονη συνεργασία στρατιωτικών και πολιτικών δρώντων και δεύτερον, ότι πρόκειται για επιλογή που ανήκει πρώτα και κύρια στο πολιτικό – στρατηγικό επίπεδο. Αυτά τα δύο στοιχεία είναι πολύ σημαντικά καθώς υποδεικνύουν ότι το εκάστοτε κράτος, αν θεωρεί ότι απειλείται, θα πρέπει να έχει προσαρμόσει ένα μεγάλο μέρος της πολιτικής του, εσωτερικής και εξωτερικής, με βάση το δόγμα της αντιπρόσβασης. Με άλλα λόγια, η αντιπρόσβαση δεν πραγματοποιείται μόνο με τη χρήση πολεμικών μονάδων και πυραυλικών συστημάτων αλλά και με τη χρήση μη στρατιωτικών μέσων (non – military).

Η αντιπρόσβαση συνδέεται άμεσα με την στρατηγική απόφαση της αποτροπής. Αποτροπή συμβαίνει όταν ο Χ δρων διαθέτει τόση δύναμη ώστε ο Ψ δρων να μην προχωρά σε ενέργειες εναντίον του. Αυτό γίνεται γιατί ο Ψ σκέφτεται ορθολογικά. Στη σχέση δηλαδή κόστους – ωφελείας, το κόστος είναι τόσο μεγάλο που καθιστά την επιχείρηση ασύμφορη. Στις στρατιωτικές επιχειρήσεις το κόστος μπορεί να είναι απώλειες υλικού, προσωπικού αλλά και απώλεια οικονομικής ευρωστίας και εσωτερικής κοινωνικής συνοχής που είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε αμφισβήτηση της κυβέρνησης. Η αποτροπή στη συνέχεια σχετίζεται με τη πρόληψη. Πρόληψη είναι όταν ο Χ δρων προχωρά σε προληπτική δράση εναντίον του Ψ, διότι εκτιμά ότι ο Ψ σχεδιάζει χτύπημα εναντίον του. Αντιπρόσβαση είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί με τη διενέργεια συμμαχιών με άλλες χώρες που ουσιαστικά να περιορίζουν τον αντίπαλο, με την υποκίνηση επαναστάσεων (ή απλώς υποψία υποκίνησης τέτοιων) στο έδαφος του εχθρού, με οικονομικές κυρώσεις και γενικότερα οικονομικές πολιτικές ή ακόμη και με τον προώθηση της λεγόμενης ήπιας ισχύος[3].

Η έννοια της αντιπρόβασης συνδέεται και με το στρατηγικό αφήγημα του κράτους, το οποίο προβάλλεται στο εξωτερικό και το εσωτερικό. Η στρατηγική επικοινωνία (STRATCOM) είναι η ενοποίηση των δυνατοτήτων και της λειτουργίας του προσωπικού πληροφοριών με άλλες στρατιωτικές δραστηριότητες προκειμένου να κατανοηθεί και να διαμορφωθεί το επικοινωνιακό περιβάλλον για την υποστήριξη των ΑΝΣΚ και των στόχων ενός κράτους. Η ορθή στρατηγική επικοινωνία και υιοθέτηση ενός έγκυρου αφηγήματος θα οδηγήσει στη νομιμοποίηση της κρατικής εξουσίας στο εσωτερικό και την απόκτηση φίλων και συμμάχων στο εξωτερικό.

Συμπερασματικά, είναι δυνατόν να υποστηριχθεί, ότι η έννοια της αντιπρόσβασης (ξεφεύγοντας από το παραπλανητικό ακρωνύμιο A2/AD) είναι πολιτικός και στρατιωτικός όρος. Ο αντίπαλος πρέπει να έρθει σε θέση που να θεωρεί μια πολεμική πράξη εναντίον του κράτους ασύμφορη και αυτό γίνεται με στρατιωτικά και πολιτικά μέσα. Στρατιωτικά, με το αξιόμαχο του Στόλου και της Αεροπορίας και την ύπαρξη πυραυλικών συστημάτων και πολιτικά με την επίτευξη εσωτερικής εθνικής ομοψυχίας και τη διενέργεια πολιτικών που οδηγούν σε συμμαχίες αποτροπής.  

Βιβλιογραφία

Sam J. Tangredi, ANTIACCESS WARFARE AS STRATEGY: From Campaign Analyses to Assessment of Extrinsic Events, Naval War College Review
, Vol. 71, No. 1 (Winter 2018), pp. 33-52.

Mira Rapp-Hooper, Flashpoints, Escalation, and A2/AD, Center for a New American Security, May 2016.

Timothy J. Blizzard, The PLA, A2/AD and the ADF: Lessons for Future Maritime Strategy, Security Challenges, Vol. 12, No. 3 (2016), pp. 61-82 

Alison Lawlor Russell,  “Historical Perspective of A2/AD Strategy”, Strategic A2/AD in Cyberspace (2017) 11-25.

Department of Defense Authorization for Appropriations for Fiscal Year 2012 and the Future Years Defense Program, Washington, DC: US Government Printing Office, (2011).

NATO STRATEGIC COMMUNICATION HANDBOOK V. 1.0, 20 Sept. 2017

Defense Advanced Research Projects Agency, “Broad Agency Announcement Narrative Networks DSO DARPA-BAA-12-03,” October 7, 2011,

Lawrence Freedman, The Transformation of Strategic Affairs, Routledge, London.

Ο κινέζικος βαλλιστικός πύραυλος DF-21D ή αλλιώς "Carrier Killer"
Ο κινέζικος βαλλιστικός πύραυλος DF-21D ή αλλιώς “Carrier Killer” (πηγή)

[1] Ως διαρκής παρουσία (forward – presence) ορίζεται η πρακτική που χρησιμοποιείται από ορισμένους στρατούς για να εδραιώσουν μια διαρκή παρουσία σε μια ξένη χώρα ως μέσο προβολής ισχύος και προώθησης των εθνικών συμφερόντων. Περιλαμβάνει τη διατήρηση προωθημένων ή σταθμευμένων δυνάμεων στο εξωτερικό προς επίδειξη εθνικής αποφασιστικότητας, την ενίσχυση  των συμμαχιών, την αποτροπή δράσης των αντιπάλων και την ενίσχυση της ικανότητας ταχείας αντίδρασης σε απρόβλεπτες καταστάσεις.

[2] Πολλαπλασιαστής ισχύος είναι δυνατόν να είναι ένα εργαλείο, μια τεχνολογία, ή μια στρατηγική που επεκτείνει τις δυνατότητες επιχειρήσεων μιας μονάδας. Μια σωστά προετοιμασμένη και εξοπλισμένη δύναμη που ακολουθεί ένα σχέδιο που λαμβάνει υπ’ όψη όλους τους διαθέσιμους παράγοντες και ιδιαίτερα τον τόπο, τον χρόνο και τα μέσα, είναι σε θέση να νικήσει πολύ ισχυρότερες αριθμητικά δυνάμεις.  

[3] Ένα κράτος χρησιμοποιεί την ήπια ισχύ του όταν διαμορφώνει μια κατάσταση υπέρ του με την ελκυστικότητά του. Αυτή περιλαμβάνει τις πολιτικές και πολιτισμικές αξίες καθώς και την άσκηση εξωτερικής πολιτικής που μπορεί να φέρει την αλλαγή.

Δημοσιεύεται στο methormisakathektou.blog