19-10-2024
Γράφει ο Στέφανος Σκαρμίντζος, Ιστορικός, ΜΑ Military History

Εισαγωγή
Οι πρωθυπουργοί που άσκησαν εξουσία από την προπολεμική περίοδο έως την κατάρρευση του μετώπου τον Απρίλιο του 1941 πέθαναν και οι δύο σε κρίσιμες για την Ελλάδα στιγμές. Η αξιολόγηση των συνθηκών θανάτου τους μέσα από την πολιτική εμπάθεια διαφόρων αφηγήσεων σε συνδυασμό με τα κενά που παρουσιάζουν οι αρχειακές πηγές έχει τροφοδοτήσει πολλές θεωρίες συνωμοσίας σχετικά με την αποβίωσή τους. Για να εξετάσουμε αντικειμενικά τις συνθήκες υπό τις οποίες ο Ιωάννης Μεταξάς και ο Αλέξανδρος Κορυζής κυβέρνησαν και πέθαναν, πρέπει να εξετάσουμε πρώτα τον κόσμο γύρω τους από την στιγμή που αυτοί ήρθαν στην εξουσία.
Ο προπολεμικός κόσμος και ο αυταρχικός ηγέτης
Από το 1925-1935 μια σειρά από αδύναμες κυβερνήσεις και η οικονομική κρίση των αρχών της δεκαετίας του ’30 οδήγησαν σε παρατεταμένη πολιτική αστάθεια. Προκειμένου να περιοριστεί η πολιτική κρίση, το 1936 ο βασιλιάς της Ελλάδος επέτρεψε στον πρωθυπουργό Μεταξά να εγκαθιδρύσει ένα αυταρχικό καθεστώς χαλαρά βασισμένο στον ιταλικό φασισμό. Ο Μεταξάς όμως, ως ηγέτης μικρής χώρας, έπρεπε να ακροβατήσει πολύ προσεκτικά ανάμεσα στην Γερμανία,την Γαλλία και την Βρετανία που ήταν οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής.
Η Ελλάδα ήταν πολύ επηρεασμένη από την Γαλλία, σε θέματα πολιτισμού και επιστήμης, έτσι συνήθως Γάλλοι εμπειρογνώμονες προσλαμβάνονταν, όταν έπρεπε να εισαχθούν νέες δεξιότητες στην χώρα. Όμως η γαλλική επιρροή στην Ελλάδα είχε μειωθεί κατά την διάρκεια της δεκαετίας του ’30. Η Γαλλία θεωρήθηκε ως μια δύναμη που είχε εγκαταλείψει την Ελλάδα στον αγώνα της κατά των Τούρκων το 1920 αλλά και κατά της ιταλικής επιβουλής (Επεισόδιο της Κέρκυρας, 1923). Αυτό έφερε την παρακμή της γαλλικής επιρροής. Ο βασιλιάς της Ελλάδας απέρριπτε επίσης την γαλλική επιρροή υπέρ της βρετανικής και η γαλλική ήττα το 1940 ακύρωσε στην πράξη όλες τις προπολεμικές εγγυήσεις της Γαλλίας. Οι εξελίξεις αυτές κατέστρεψαν το φίλο-γαλλικό πολιτικό ρεύμα στην Ελλάδα αφήνοντας μόνο φίλο-βρετανικές ή φίλο-γερμανικές πολιτικές δυνάμεις.

Ο Ιωάννης Μεταξάς με τον Αλέξανδρο Παπάγο
Η Βρετανία ως ναυτική δύναμη ενδιαφερόταν για την Ελλάδα, λόγω της στρατηγικής της θέσης μεταξύ της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής. Η Βρετανία επίσης ήταν ο πρώτος πιστωτής του νέου κράτους και η Ελλάδα ως παράκτια χώρα έπρεπε πάντα να λαμβάνει υπόψιν της τον βρετανικό παράγοντα. Πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 80% της ελληνικής σταφίδας εξάγονταν στη Βρετανία, αλλά οι εξαγωγές καπνού ήταν ελάχιστες. Ο Μεταξάς τον Σεπτέμβριο του 1936 προσπάθησε ανεπιτυχώς να συνδέσει την δραχμή με τη βρετανική χρυσή λίρα. Οι δύο χώρες όμως επικύρωσαν μια συνθήκη, μαζί με τις ρήτρες σχετικά με την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους τον Ιούνιο του 1939 για πολιτικούς λόγους. Με τον τρόπο αυτό η Ελλάδα είχε ουσιαστικά συνδεθεί με τη Βρετανία, η οποία είχε επίσης επενδύσεις στον ελληνικό χρηματοοικονομικό τομέα και μέσα από τις ενέργειες της Επιτροπής Διαχείρισης Ουδέτερης Ναυτιλίας του βρετανικού Υπουργείου Οικονομικού Πολέμου ναύλωνε εκτενώς ελληνικά εμπορικά πλοία, ιδιαίτερα μετά το ξέσπασμα του πολέμου στα 1939. Οι Γερμανοί επέκριναν φυσικά αυτή τη συμφωνία καθώς και την αγγλοελληνική συμφωνία για τον περιορισμό των εξαγωγών προς τη Γερμανία ως παραβίαση της ουδετερότητας. Οι αγορές των βρετανικών αγαθών και όπλων ωστόσο ήταν περιορισμένες λόγω των ελληνικών πιστωτικών δυσκολιών και αυτός ο παράγοντας περιόριζε τα όρια της επιρροής του Λονδίνου επί της Αθήνας. Η βρετανική κυβέρνηση έπρεπε να λάβει υπόψη της και το γεγονός ότι η βρετανική κοινή γνώμη ήταν αντίθετη με τους πολέμους για την διατήρηση του status quo μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Υπήρχαν επίσης πολλοί Βρετανοί στρατηγικοί σχεδιαστές που έβλεπαν την Ελλάδα ως πρόβλημα και όχι ως θετικό στοιχείο σε περίπτωση πολέμου. Αν και η κρίση του Μονάχου έκανε τη Βρετανία και τη Γαλλία να παράσχουν μια αόριστη εγγύηση για τα βαλκανικά κράτη, αν τα τελευταία δέχονταν επίθεση, οι Έλληνες αισθάνονταν ελάχιστη σιγουριά.
Οι Γερμανοί από την πλευρά τους είχαν σχέδια για την οικονομική τους κυριαρχία επί των Βαλκανίων. Θεωρούσαν όμως ότι: πολιτικές πολιτιστικής και διπλωματικής κυριαρχίας και ποδηγετήσεως των βαλκανικών κρατών εξυπηρετούσαν τα σχέδιά τους, ακριβώς όπως και η στρατιωτική κατάκτηση. Οι μορφωμένοι Έλληνες που ασχολούνταν με την επιστήμη, άρχισαν να στρέφονται προς τη Γερμανία για σπουδές και εμπορική συνεργασία. Στις αρχές του 20ού αιώνα, η Γερμανία ήταν στην αιχμή του δόρατος στην τεχνολογία και η πρακτική γνώση της γερμανικής γλώσσας ήταν απαραίτητη για κάποιον που ήθελε να παρακολουθήσει τις τεχνικές και επιστημονικές εξελίξεις. Η Γερμανία επίσης ήταν ένας καλός πελάτης για τις εξαγωγές του ελληνικού καπνού αλλά και η Ελλάδα ήταν επίσης εξαρτημένη σε μεγάλο βαθμό από τη Γερμανία για τις εισαγωγές χημικών ουσιών και ηλεκτροτεχνίας. Από το 1937, η Ελλάδα, αγόραζε επίσης πολλά όπλα από το Ράιχ και οι συναλλαγές αυτές διευθετήθηκαν με τους ειδικούς λογαριασμούς εκκαθάρισης (clearing accounts), κάτι που διευκόλυνε και τις δύο κυβερνήσεις.
Η Γερμανία είχε πλέον δεσπόζουσα θέση στην ελληνική στρατιωτική υποδομή και το γεγονός ότι ο Ελληνας πρωθυπουργός είχε σπουδάσει στη Γερμανική Στρατιωτική Ακαδημία έκανε πολλούς να πιστεύουν ότι η Ελλάδα μάλλον θα υιοθετούσε μια στάση υπέρ του Άξονα. Οι Γερμανοί μάλιστα έκαναν ανεπίσημη πρόταση ότι θα υποστηρίξουν τις ελληνικές προσπάθειες για να ενωθεί η Κύπρος με την Ελλάδα σε μια μεταπολεμική διευθέτηση, αλλά όταν ο Μεταξάς ζήτησε γερμανική βοήθεια για τη βελτίωση των σχέσεων με την Ιταλία, ο Χίτλερ “έκαψε το διπλωματικό του χαρτί”, συμβουλεύοντας την Ελλάδα να υποχωρήσει στις ιταλικές απαιτήσεις και εξέφρασε επίσης τη δυσαρέσκειά του για τη χρήση των ελληνικών εμπορικών πλοίων από τους Βρετανούς. Έτσι ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε μεν να μείνει ουδέτερη στις συγκρούσεις των Μεγάλων Δυνάμεων, αλλά να επιδιώξει παράλληλα τη βρετανική προστασία σε περίπτωση εχθρικής επίθεσης.
Η ιταλική προσάρτηση της Αλβανίας το 1939 επιδείνωσε την ελληνική στρατηγική θέση καθώς, εκτός από την Βουλγαρία, μια άλλη απειλή εμφανιζόταν από το αλβανικό έδαφος. Ο βασιλιάς της Αλβανίας κατέφυγε στην Ελλάδα πριν πάει στο Λονδίνο. Αυτό χρησιμοποιήθηκε από τον Μουσολίνι ως δικαιολογία για να δηλώσει ότι η Ελλάδα και η Βρετανία συνωμότησαν εναντίον της Ιταλίας. Ο Ιταλός αρμοστής των Δωδεκανήσων, Ντε Βέκκι, κατηγορούσε ανοιχτά την Ελλάδα ότι υποστήριζε το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό. Αυτό δεν ήταν αλήθεια, αλλά ο Βρετανός ναυτικός ακόλουθος στην Αθήνα παραδέχθηκε ότι βρετανικά πλοία είχαν όντως παραβιάσει τα ελληνικά χωρικά ύδατα κατά τη διάρκεια επιχειρήσεων ανεφοδιασμού τους. Αυτό βέβαια δεν ήταν καθόλου θετικό για την ελληνική πλευρά. Ό,τι όμως και αν έκανε η Ελλάδα για να μείνει έξω από τον πόλεμο, ήταν εις μάτην. Η φασιστική Ιταλία ήταν αποφασισμένη να της επιτεθεί ούτως ή άλλως.
Ο Μεταξάς κατανοούσε ότι τα σημάδια ήταν δυσοίωνα και είχε αρχίσει να προετοιμάζεται για πόλεμο από το 1937, αλλά δεν ήθελε να εμπλακεί σε αυτόν και κήρυξε τη χώρα ουδέτερη. Η Ελλάδα αγόρασε υλικό από τη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Πολωνία, σε μια προσπάθεια να μην εξαρτάται από έναν μόνο προμηθευτή, αλλά αυτό απλά επιδείνωσε τα προβλήματα της συντήρησης του υλικού. Με την Πολωνία, το Βέλγιο και τη Γαλλία κυριευμένες από τους Γερμανούς, η υποστήριξη για τον εξοπλισμό που αγοράστηκε από τις χώρες αυτές εξαφανίστηκε. Η Βρετανία που αγωνίζονταν για την επιβίωση της, δεν θα μπορούσε να διαθέσει πολλά πράγματα για πώληση κι έτσι οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις θα εισέλθουν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με σοβαρά μειονεκτήματα.

Η Ελλάδα ρώτησε απεγνωσμένα τη Βρετανία αν εγγύησή της εξακολουθούσε να ισχύει, αλλά οι Βρετανοί υποτιμούσαν την αξία της Ελλάδας και ειδικά το αρχηγείο της RAF στο Λονδίνο είχε μια πολύ απαισιόδοξη άποψη γύρω από την ελληνική ικανότητα ή ακόμα και τη θέληση για αντίσταση έναντι του Άξονα. Σε περίπτωση ιταλικής επίθεσης, η μικρή χώρα αναμενόταν να υποκύψει το πολύ σε δεκαπέντε ημέρες. Οι Έλληνες από την πλευρά τους υπερεκτιμούσαν τη βρετανική ικανότητα παροχής επαρκούς υποστηρίξεως. Ενώ οι Βρετανοί στρατηγοί σκέπτονταν ότι ένα βαλκανικό μέτωπο θα μπορούσε να εκτρέψει την κύρια προσπάθεια του Άξονα και να τους επιτρέψει να ολοκληρώσουν τις πολεμικές τους προετοιμασίες, η βρετανική εγγύηση ήταν επίσης μονομερής και οι παραλήπτες της δεν είχαν αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις ως αντάλλαγμα. Όταν οι Ιταλοί εισέβαλαν στην Αίγυπτο τον Σεπτέμβριο του 1940, οι Βρετανοί θα μπορούσαν να διαθέσουν ακόμα λιγότερα μέσα για να βοηθήσουν την Ελλάδα.
Το 1940, ο Μουσολίνι πίστευε ότι οι Βρετανοί ήταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Ήταν επίσης ενοχλημένος από τις επιτυχίες του Χίτλερ και την γερμανική πρόοδο στα Βαλκάνια, που τα θεωρούσε εντός της ιταλικής σφαίρας επιρροής και αποφάσισε να επιτεθεί στην Ελλάδα χωρίς να υπολογίζει τίποτα. Ο Ιταλός δικτάτορας είχε γίνει επικίνδυνα υπεραισιόδοξος λόγω της αρχικής ιταλικής προέλασης στην Βόρεια Αφρική. Στην συνάντησή του με τον Χίτλερ στην Βρέμη είχε πήρε την έγκρισή του για να επιτεθεί στους Βρετανούς στην Αφρική, αλλά όχι και το ελεύθερο να δημιουργήσει προβλήματα στα Βαλκάνια, χωρίς όμως αυτό να τον πτοεί. Έτσι τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου, ο Ιταλός πρέσβης στην Αθήνα, επισκέφθηκε τον Μεταξά και του παρέδωσε ένα τελεσίγραφο που απαιτούσε από την Ελλάδα να επιτρέψει στον ιταλικό στρατό να καταλάβει «στρατηγικά σημεία της χώρας», χωρίς όμως να τα διευκρινίζει. Ο Μεταξάς απέρριψε το τελεσίγραφο με τα λόγια «Λοιπόν έχουμε πόλεμο» και η ημέρα του “ΌΧΙ” εορτάζεται ως εθνική επέτειος κάθε Οκτώβριο από τότε. Η αδύναμη ουδετερότητα της χώρας είχε πάρει τέλος. Ήταν μία από τις πολύ λίγες στιγμές της ελληνικής ιστορίας, όπου οι Έλληνες ρίχτηκαν ενωμένοι στον κοινό αγώνα και αγνόησαν τις πολιτικές τους διαφωνίες. Σύμφωνα με τις βρετανικές διπλωματικές πηγές, ποτέ ο Μεταξάς δεν ήταν πιο δημοφιλής, όσο ανάμεσα στα πλήθη που τον επευφημούσαν και σίγουρα δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι τα πλήθη αυτά απαρτίζονταν μονάχα από υποστηρικτές του.
Θρίαμβος και τραγωδία
Η Βρετανία ήταν αυτή που είχε το μεγαλύτερο πρόβλημα, καθώς καλείτο να βοηθήσει άμεσα τον μόνο σύμμαχο που της είχε απομείνει. Η πρώτη απάντηση του Τσώρτσιλ που ήταν «Η Βρετανία θα κάνει ότι καλύτερό μπορεί», δεν ήταν πολύ καθησυχαστική στα αυτιά των αγωνιζόμενων Ελλήνων. Όμως η Βρετανία ήταν ουσιαστικά σε πολιορκία από τον Άξονα και είχε περιορισμένους πόρους για να διαθέσει στην Ελλάδα. Οι επιτυχημένες πάντως βρετανικές αεροπορικές επιθέσεις εναντίον του Ιταλικού Στόλου στον Τάραντα έδειξαν ότι κάτι γινόταν. Οι πρώτοι Βρετανοί στρατιώτες στην Ελλάδα ήταν το προσωπικό της RAF που έφτασε στην Αθήνα στις 2 Νοεμβρίου του 1940 αλλά αγγλοελληνική συνεργασία ήταν πολύ δύσκολη. Ο Μεταξάς θεώρησε τις δυνάμεις που η Βρετανία έστειλε στην Ελλάδα ανεπαρκείς. Στις 15 Νοέμβριου του 1940, ο Μεταξάς αρνήθηκε να συμμετάσχει σε μια διάσκεψη των εξόριστων Συμμαχικών κυβερνήσεων, που επρόκειτο να πραγματοποιηθεί στο Λονδίνο, επειδή δεν ήθελε να προκαλέσει τον Χίτλερ, καθώς γνώριζε ότι η ελληνική θέση ήταν επισφαλής.
Προκειμένου να αντισταθμίσουν την αδυναμία τους να διαθέσουν περισσότερα στρατεύματα και εφόδια, οι Βρετανοί πρότειναν να προκαλέσουν προβλήματα στους Ιταλούς με την πυροδότηση και υποστήριξη μιας αλβανικής εξέγερσης στο όνομα του βασιλιά Ζώγου. Αλλά αυτό ήταν κάτι που οι Έλληνες δεν μπορούσαν να δεχτούν γιατί τα στρατεύματά τους προχωρούσαν ήδη σε εδάφη με ελληνικό πληθυσμό και το θέμα των συνόρων ήταν ανοιχτό πριν από τον πόλεμο. Φοβούμενος ότι η Βρετανία θα υποστηρίξει πλήρως τις ελληνικές εδαφικές διεκδικήσεις στην Αλβανία ο πρωθυπουργός του Αλβανού βασιλιά έκανε ό, τι μπορούσε για να υπονομεύσει την αγγλοαλβανική στρατιωτική συνεργασία με μια ραδιοφωνική συνέντευξή που υπενθύμιζε σε όλους τις ελληνο-αλβανικές συγκρούσεις του 1915. Στα Βαλκάνια τα παλιά πάθη δεν πεθαίνουν ποτέ.
Η Ελλάδα αναμενόταν να υποκύψει σύντομα αλλά αντ’ αυτού αντιστεκόταν σθεναρά και ο στρατός της φαινόταν να έχει το πάνω χέρι στη σύγκρουση, διαψεύδοντας με τον τρόπο αυτόν όλες τις προπολεμικές εκτιμήσεις. Ο Ελληνικός Στρατός είχε εισχωρήσει στην Αλβανία και έγινε ενθουσιωδώς δεκτός από τους Έλληνες που ζούσαν στην Βόρεια Ήπειρο. Η πανίσχυρη ιταλική αυτοκρατορία είχε ταπεινωθεί φρικτά από μικρή αγροτική χώρα. Υπήρξε μια σοβαρή κρίση στην ιταλική ανώτατη ηγεσία, η οποία αναγκάστηκε να “σκύψει το κεφάλι” ζητώντας συνδρομή από τους Γερμανούς. Για πρώτη φορά αποδείχθηκε ότι ο Άξονας δεν ήταν ανίκητος και ενάντια σε όλες τις πιθανότητες οι Έλληνες είχαν σημειώσει την πρώτη νίκη εναντίον του. Η Γαλλία του Βισύ και η φρανκική Ισπανία άρχισαν να έχουν αμφιβολίες για τη συμμαχία τους με τον Χίτλερ και ο άλλοτε κραταιός Μουσολίνι θεωρήθηκε ως μια κωμική φιγούρα, αλλά οι Γερμανοί δεν θα δεχόντουσαν την ταπείνωση του συμμάχου τους χωρίς αντίδραση καθώς διακυβεβόταν το κύρος του Αξονα. Για να αποφύγουν τη γερμανική επέμβαση οι Έλληνες τόνιζαν ότι μάχονταν μόνο κατά της Ιταλίας και όχι κατά της Γερμανίας. Η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε να επιτρέψει την RAF, να χρησιμοποιήσει τα βόρεια ελληνικά αεροδρόμια, προκειμένου να αποφύγει να προκαλέσει τους Γερμανούς που ανησυχουσαν για την ασφάλεια των ρουμανικών πετρελαιοπηγών. Επίσης, δεν επέβαλε περιοριστικά μέτρα κατά των Γερμανών που ζούσαν στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στους δημοσιογράφους, προς μεγάλη ενόχληση των Βρετανών, οι οποίοι αναγκάστηκαν να συζούν δίπλα-δίπλα με τους εχθρούς τους σαν να βρίσκονταν σε ουδέτερο έδαφος! Οι ελληνικές Αρχές ήταν της γνώμης ότι δεν θα πρέπει να λέγονται όλα στους Βρετανούς και ο πτέραρχος Λόνγκμορ, επικεφαλής της RAF στην Μεση Ανατολή, έβλεπε την ελληνική εκστρατεία ως “πάρεργο” των κύριων βρετανικών επιχειρήσεων στην Μέση Ανατολή και την Μεσόγειο.

Οι οχυρώσεις της Ελλάδας στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα δεν είχαν ολοκληρωθεί πλήρως. Η βρετανική βοήθεια ήταν ανεπαρκής για να υπερασπιστεί την Ελλάδα, αλλά αρκετή για να προκαλέσει τους Γερμανούς και οι Έλληνες εξακολουθούσαν να είναι διστακτικοί στο να δεχτούν βρετανικές χερσαίες δυνάμεις. Οι Βρετανοί ήθελαν να οργανώσουν την άμυνα σε μια γραμμή που θ’ άρχιζε στο Αιγαίο και, μέσω του Ολύμπου, θα στηριζόταν επί των ορέων της ΒΔ Μακεδονίας. Θεωρητικά ήταν μια πολύ ισχυρή γραμμή άμυνας. Το Ελληνικό Γενικό Επιτελείο όμως, θεωρούσε ότι εάν εγκαταλείπονταν ένα τόσο μεγάλο τμήμα της χώρας, ειδικά η Θεσσαλονίκη, το ηθικό των Ελλήνων θα κατέρρεε ενώ ούτε το αλβανικό μέτωπο, απογυμνωμένο από τόσες δυνάμεις θα άντεχε την ιταλική πίεση. Εξ άλλου η υποχωρητική αυτή τακτική θα αποθάρρυνε τους Γιουγκοσλάβους, και θα τους έκανε πιο ευάλωτους στις πιέσεις του Άξονα. Ο Μεταξάς στήριζε απόλυτα τις θέσεις του ελληνικού στρατηγείου ειδικά αφού η κατάσταση στην Βόρειο Αφρική δεν είχε ξεκαθαρίσει. Εξ΄ άλλου μια πιθανή ιταλική ήττα στην Αφρική ίσως βελτίωνε τις πιθανότητες ανακωχής στο μέτωπο της Αλβανίας.
Οι βρετανικές προτάσεις για την αποστολή στρατευμάτων στην Ελλάδα πήραν την μορφή της διπλωματικής πίεσης αλλά ο Μεταξάς, ο οποίος είχε γερμανικές επαφές από την παλιά του σταδιοδρομία διεξήγε ανεπίσημη διπλωματία. Ο Γερμανός στρατιωτικός ακόλουθος, μέσω του δημάρχου της Αθήνας είχε παρουσιάσει γερμανικές προτάσεις για διαμεσολάβηση και κατάπαυση εχθροπραξιών με την Ιταλία. Επίσης ο Ούγγρος πρεσβευτής στην Μαδρίτη προσέγγισε τον Έλληνα πρέσβη με παρόμοιες γερμανικές προτάσεις διαμεσολάβησης. Οι Βρετανοί γνώριζαν αυτές τις ενέργειες, αλλά δεν μπορούσαν να κάνουν και πολλά. Η ασαφής αγγλογαλλική εγγύηση του 1939 δεν επέβαλλε συγκεκριμένες υποχρεώσεις για τους δέκτες της και η Ελλάδα δεν ήταν επίσημα σε πόλεμο με την Γερμανία. Για τους Γερμανούς, το να διώξουν τους Βρετανούς από την Ελλάδα με διπλωματικά και όχι στρατιωτικά μέσα, θα ήταν μια λαμπρή επιτυχία και απόδειξη σε κάθε ουδέτερη κρατική οντότητα ότι ήταν σε θέση να χρησιμοποιήσουν και την διπλωματία τους εκτός από το στρατό τους. Ποτέ όμως δεν θα γίνει γνωστό αν η υποτιθέμενη γερμανική διαμεσολάβηση θα μπορούσε να βοηθήσει την Ελλάδα να αποφύγει τις μελλοντικές καταστροφές που την έπληξαν, επειδή ο Μεταξάς πέθανε στις 29 Ιανουαρίου 1941. Ο θάνατός του προκάλεσε πολλές θεωρίες συνωμοσίας, διαδιδόμενες περισσότερο από Έλληνες γερμανόφιλους, που υποστήριζαν ότι τον δολοφόνησε κάποιος Αγγλος γιατρός.
Αυτές οι θεωρίες βασίζονται σε άρθρα από τις εφημερίδες «Βραδυνή» και «Καθημερινή» της 30ης Ιανουαρίου 1941, που λέγεται ότι αναφέρουν πως ο Μεταξάς, πριν από τον θάνατό του, δέχτηκε ιατρική φροντίδα από Βρετανούς γιατρούς. Εξέταση του φύλλου της «Βραδυνής» με ημερομηνία 30 Ιανουαρίου 1941 δεν έχει καμία αναφορά σε μη νοσοκομειακό Ελληνα ή ξένο θεράποντα γιατρό που να επισκέφθηκε έστω τον Μεταξά. Η «Καθημερινή» όμως αναφέρει ότι ο διευθυντής του νοσοκομείου κάλεσε έναν Βρετανό στρατιωτικό γιατρό που ήταν φίλος του. Ούτε όμως τα αρχεία του νοσοκομείου ούτε οι βρετανικές επίσημες πηγές επιβεβαιώνουν αυτό το γεγονός. Θα ήταν πολύ παράτυπο για ένα Βρετανό στρατιωτικό γιατρό να ασχοληθεί με τον κυβερνήτη ενός ξένου κράτους (και μάλιστα σε εμπόλεμη περίοδο), χωρίς την έγκριση ή την γνώση των ανωτέρων του και κάποια καταγραφή των δικών του ενεργειών ή της επίσημης άδειας των ανωτέρων του θα υπήρχε στα επίσημα αρχεία. Θα ήταν επίσης παράλογο να πιστεύουμε ότι το προσωπικό της βρετανικής RAF (τα μόνα τα βρετανικά στρατεύματα στην Ελλάδα εκείνη την περίοδο) πλησίαζαν σημαντικούς συμμάχους ηγέτες χωρίς την γνώση του ανώτατου διοικητή τους, δηλαδή του Αντιπτέραρχου Σερ Τζων Ντ’ Αλμπιάκ. Τα μόνα ακόμα απόρρητα αρχεία που σχετίζονται με αυτόν και τα στρατεύματα που υπάγονταν σ’ αυτόν εκείνη την περίοδο αφορούν δραστηριότητες στο Ιράκ και όχι στην Ελλάδα. Το πιστοποιητικό θανάτου, η έκθεση του ιατροδικαστή και η καταγραφή του θανάτου του Μεταξά στο αθηναϊκό δημοτικό μητρώο λείπουν επίσης και αυτό τροφοδοτεί περισσότερο την συνωμοσιολογία. Όμως, λαμβάνοντας υπόψη το χάος που βασίλευε στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 1941 λόγω της γερμανικής επίθεσης, η απώλεια αρχείων δεν θα ήταν ασυνήθιστο φαινόμενο.
Ο διάδοχος του Μεταξά, Κορυζής, όταν του παρουσίασαν και αυτού τις γερμανικές ειρηνευτικές προτάσεις, απάντησε: «Πολεμούμεν!» Η ιταλική εαρινή επίθεση κατέληξε σε άδοξο τέλος, καταστρέφοντας ακόμη περισσότερο το κύρος του Μουσολίνι. Αυτή ήταν και η τελευταία στιγμή της ελληνικής δόξας στον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Στην συνέχεια, ακολούθησε μια σειρά φρικτών τραγωδιών. Η κατάσταση του Ελληνικού Στρατού το Μάρτιο του 1941 ήταν τραγική. Ο αριθμός των θυμάτων από κρυοπαγήματα ήταν υψηλότερος από τον αριθμό απωλειών από την εχθρική δράση και το ένα τρίτο των μεταφορικών ζώων είχε πεθάνει λόγω έκθεσης στο ψύχος αλλά και του ακατάλληλου ή ελαττωμένου φαγητού. Η εκτεταμένη χρήση των ιταλικών λαφύρων δεν μπορούσε να επιλύσει το πρόβλημα. Όλοι πλέον πίστευαν πως η βρετανική αρωγή ήταν η μόνη ελπίδα αλλά η προσφερόμενη βρετανική βοήθεια ήταν ανεπαρκής για την υπεράσπιση της Ελλάδας, ενώ ήταν αρκετή για να προκαλέσει την γερμανική επέμβαση. Γι’ αυτό και οι ελληνικές Αρχές δίσταζαν ακόμα να δεχτούν τις βρετανικές χερσαίες δυνάμεις στο έδαφός τους, τουλάχιστον όσο αυτές μειονεκτούσαν αριθμητικά και ποιοτικά έναντι του εχθρού
Ο νέος πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής ήταν εντελώς διαφορετική προσωπικότητα από τον δυναμικό και θεωρούμενο ως άκαμπτο Μεταξά. Είχε καταγωγή από τον Πόρο και προερχόταν από οικογένεια πολιτευτών με αρκετή επιρροή. Η μόνη του στρατιωτική εμπειρία ήταν όταν υπηρέτησε ως έφεδρος ανθυπολοχαγός στους Βαλκανικούς Πολέμους. Μετά σταδιοδρόμησε στην Εθνική Τράπεζα και υπήρξε οικονομικός σύμβουλος του αμφιλεγόμενου Ελληνα αρμοστή στην Μικρά Ασία Στεργιάδη. Η συμβολή του Κορυζή στην αγροτική πίστη στην Ελλάδα ήταν καθοριστική καθώς συνέβαλε στην ίδρυση του Αυτόνομου Σταφιδικού Οργανισμού (ΑΣΟ) το 1925 και της Αγροτικής Τράπεζας (1929), την οποία και διοίκησε για ένα διάστημα. Ο Κορυζής άρχισε την πολιτική του καριέρα το 1933, όταν διατέλεσε Υπουργός Οικονομικών στην βραχύβια κυβέρνηση του βενιζελικού Αλέξανδρου Οθωναίου. Στην συνέχεια συντάχθηκε με το καθεστώς της 4ης Αυγούστου και ο Μεταξάς τον διόρισε Υπουργό Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως. Τον Ιούλιο του 1939 όμως παραιτήθηκε για να αναλάβει την διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας. Το γεγονός ότι θεωρείτο πολιτικά «άχρωμος» ίσως ώθησε τον Μανιαδάκη να εισηγηθεί στον βασιλιά να τον διορίσει πρωθυπουργό. Εκτός από αυτό το αξίωμα, ο Κορυζής ανέλαβε τα Υπουργεία Εξωτερικών, Παιδείας, Στρατιωτικών, Ναυτικών και Αεροπορίας, όπως και ο προκάτοχός του. Οι αριστεροί ιστορικοί χαρακτηρίζουν τον Κορυζή ως απόλυτα πειθήνιο στους Βρετανούς σημειώνοντας ότι επί της αρχής του, οι Έλληνες δέχτηκαν άμεσα την βοήθεια των βρετανικών δυνάμεων παρά της ανησυχίες του Ελληνικού Στρατηγείου για την ανεπάρκεια των διατιθέμενων από το Λονδίνο, ανδρών κι μέσων. Την περίοδο εκείνη όμως η χώρα δεν είχε πολλές επιλογές. καθώς οι Γερμανοί είχαν ήδη εισέλθει στην Βουλγαρία
Με τις προτάσεις του απορριφθείσες και τον Μουσολίνι ταπεινωμένο, ο Χίτλερ δεν είχε άλλη επιλογή από το να προχωρήσει με την επίθεση εναντίον της Ελλάδας (επιχείρηση Marita). Για το σκοπό αυτό οι Γερμανοί είχαν ετοιμάσει είκοσι τέσσερις μεραρχίες, οι περισσότερες από τα οποίες απαρτίζονταν από βετεράνους προηγούμενων εκστρατειών. Η Luftwaffe ήρθε στα βουλγαρικά αεροδρόμια από τον Φεβρουάριο του 1941, αμέσως μετά τον θάνατο του Μεταξά, καθώς οι Γερμανοί χρησιμοποίησαν ως δικαιολογία την απόρριψη των ειρηνευτικών τους προτάσεων από τον Ελληνα πρωθυπουργό. Οι προσπάθειες του Τσώρτσιλ για την δημιουργία συμμαχίας μεταξύ Ελλάδας, Γιουγκοσλαβίας και Τουρκίας κατά του Άξονα απέτυχαν. Εκτός από τις ανεπαρκείς δυνάμεις τόσο οι Έλληνες όσο και οι Βρετανοί είχαν και το πρόβλημα ότι οι Γιουγκοσλάβοι δεν ξεκαθάριζαν την διπλωματική τους θέση, ενώ οι Τούρκοι έδωσαν στον Άξονα έμμεση βοήθεια υπογράφοντας ένα σύμφωνο μη επίθεσης με την Βουλγαρία. Οι Γερμανοί προσέφεραν την Θεσσαλονίκη στους Γιουγκοσλάβους που συντάχθηκαν με τον Άξονα. Οι Έλληνες φοβούμενοι ότι μια υποχώρηση του στρατού τους από την Αλβανία θα μπορούσε να μετατραπεί σε φυγή, αρνήθηκαν ξανά να υποχωρήσουν στις γραμμές άμυνας που πρότειναν οι Βρετανοί, οι οποίοι μάλιστα είχαν διαθέσει πολύ λίγους πόρους για να αποφύγουν την εμπλοκή τους στην Ελλάδα καθώς ο Ρόμελ ήδη τους πίεζε στην Αφρική.
Η φιλοαξονική κυβέρνηση του Βελιγραδίου, με την συνδρομή των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών, ανατράπηκε από φιλοσυμμαχικά στοιχεία υπό τον πτέραρχο Σίμοβιτς, αναπτερώνοντας τις ελληνοβρετανικές ελπίδες, αλλά η γιουγκοσλαβική συνεργασία ήταν χαλαρή και ανεπαρκής. Οι Γιουγκοσλάβοι δεν κινητοποίησαν τον στρατό τους από τον φόβο μην προκαλέσουν τους Γερμανούς και αυτό υπήρξε η βασική αιτία της καταστροφής τους. Τόσο οι Έλληνες όσο και οι Βρετανοί έτρεφαν αδικαιολόγητα πολλές ελπίδες για τη γιουγκοσλαβική ικανότητα αντίστασης. Οι Γερμανοί επιτέθηκαν στην Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία ταυτόχρονα στις 6 Απριλίου 1941. Η συνδυασμένη ελληνο-γιουγκοσλαβική επίθεση δεν συνέβη ποτέ, ίσως γιατί η Luftwaffe εξάρθρωσε την γιουγκοσλαβική διοικητική δομή βομβαρδίζοντας ανηλεώς το Βελιγράδι. Οι Γερμανοί κέρδισαν την μάχη στην κοιλάδα της Στρώμνιτσας και έτσι κατάφεραν να διακόψουν όλες τις επικοινωνίες μεταξύ Ελλάδας και Γιουγκοσλαβίας. Τα ελληνικά οχυρά της γραμμής «Μεταξά» αντιστάθηκαν για τέσσερις ημέρες. Ο Γερμανικός Στρατός τελικά παρέκαμψε τις ελληνικές οχυρώσεις μέσα από το γιουγκοσλαβικό έδαφος και εισήλθε στην Θεσσαλονίκη αναγκάζοντας έτσι τα αντιστεκόμενα ελληνικά οχυρά να παραδοθούν. Οι Γερμανοί απέδωσαν πλήρεις στρατιωτικές τιμές στους Έλληνες στρατιώτες που επάνδρωναν τις οχυρώσεις της γραμμής «Μεταξά» και επέτρεψαν στους αξιωματικούς να κρατήσουν τα ξίφη τους.
Η είσοδος όμως των Γερμανών στην Θεσσαλονίκη προκάλεσε και την ελληνική απόσυρση από την Αλβανία. Όπως όμως αναφέρθηκε πριν, ο Ελληνικός Στρατός ήταν εξαντλημένος και είχε χάσει ένα σημαντικό μέρος των μεταφορικών υποζυγίων του. Η υποχώρηση έπρεπε να εκτελεστεί με τους Ιταλούς να καταδιώκουν «κατά πόδας» και τα αεροπλάνα του Άξονα να επωφελούνται από τον ανοιξιάτικο καιρό. Οι ελληνικές φάλαγγες πήραν τον οδυνηρό δρόμο της υποχώρησης με το ηθικό στο ναδίρ. Ο Ελληνικός Στρατός βρισκόταν σε σοβαρό κίνδυνο να αποσυντεθεί. Ακόμη χειρότερα, τα γερμανικά ορεινά στρατεύματα είχαν ανατρέψει τις βρετανικές αμυντικές θέσεις στον Όλυμπο τοποθετώντας έτσι μια δεύτερη σφήνα μεταξύ των Ελλήνων και των Βρετανών. Ο Ελληνικός Στρατός ήταν πρακτικά κυκλωμένος. Ο στρατηγός Γουίλσον, διοικητής του βρετανικοί εκστρατευτικού σώματος στην Ελλάδα, ζήτησε από τους Έλληνες να του επιτρέψουν να αποσύρει τις δυνάμεις του και να εκκενώσει τα στρατεύματα του στην Αίγυπτο. Ο ιστορικός Αντονυ Μπήβορ αναφέρει ότι «το κλίμα ήταν άσχημο και οι Βρετανοί επιτελικοί αξιωματικοί είχαν διαταχθεί να φέρουν στην διάσκεψη τα περίστροφά τους λόγω της αβεβαιότητας της κατάστασης»! Ο βασιλιάς της Ελλάδας τηλεγράφησε στο Λονδίνο περί του πρακτέου και ο Τσώρτσιλ μεταβίβασε την ευθύνη της απόφασης σε αυτόν. Ο βασιλιάς συμφώνησε στην βρετανική εκκένωση και σχεδίαζε ήδη την διαφυγή του. Ενώ οι άκαρπες συναντήσεις και τα συμβούλια ελάμβαναν χώρα στην Αθήνα, η κατάσταση του Ελληνικού Στρατού στην Ήπειρο επιδεινώνονταν κάθε ημέρα. Η μόνη απόφαση της ελληνικής ηγεσίας που πάρθηκε ήταν να μεταφερθεί η κυβέρνηση στην Κρήτη. Όταν η είδηση της φυγής της κυβέρνησης κυκλοφόρησε στην Αθήνα επικράτησε ηττοπάθεια και πανικός. Οι Έλληνες στρατηγοί δεν έλαβαν οδηγίες από την Αθήνα, σχετικά με το τί να πράξουν, παρά τα απεγνωσμένα μηνύματά τους. Στις, 15 Απριλίου 1941, ο διοικητής του Τμήματος Στρατιάς Ηπείρου, στρατηγός Πιτσίκας, τηλεγράφησε στο ΓΕΣ και ζητούσε να εκδοθεί διαταγή συνθηκολόγησης. Δεν είναι γνωστό αν έλαβε το μήνυμα ο Αρχιστράτηγος, αλλά ο Πιτσίκας παρακάμπτοντας τον Παπάγο και τον βασιλιά τηλεγράφησε προσωπικά και στον πρωθυπουργό. Μόλις έλαβε το μήνυμα, ο Κορυζής επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Πιτσίκα και αφού ενημερώθηκε για την τραγική κατάσταση του στρατού, πείστηκε για την ανάγκη συνθηκολόγησης.

Στην Αθήνα, το ελληνικό και το βρετανικό επιτελείο πραγματοποίησαν μια ακόμα συνάντηση για την μελέτη της κατάστασης στις 18 Απριλίου 1941. Ο Κορυζής πρότεινε την συνθηκολόγηση αλλά ο βασιλιάς της Ελλάδας απάντησε: «Πώς μπορούμε να παραδοθούμε όταν οι Άγγλοι εξακολουθούν να αγωνίζονται»; Οι Βρετανοί δήλωσαν ότι θα μπορούσαν να κρατήσουν την θέση τους στις Θερμοπύλες μόνο εάν οι Έλληνες συνέχιζαν να αγωνίζονται στην Ήπειρο. Ο Κορυζής, ο οποίος πλέον γνώριζε την τραγική κατάσταση του στρατού αφού είχε μια υπερβολικά έντονη συζήτηση με τον βασιλιά, έφυγε από την συνάντηση και πήγε στο σπίτι του, όπου αυτοκτόνησε. Η επίσημη εκδοχή είναι ότι υπέστη νευρική κατάρρευση υπό το βάρος των στιγμών αλλά το πιθανότερο είναι ότι δεν ήθελε να διατάξει τον Ελληνικό Στρατό να πολεμήσει και να εξοντωθεί, ώστε τα βρετανικά στρατεύματα να μπορέσουν να αποσυρθούν ευκολότερα. Η πιθανότητα να μετάνιωσε για την άμεση απόρριψη των γερμανικών προτάσεων ειρήνης μετά τον θάνατο του Μεταξά είναι επίσης ανοικτό ενδεχόμενο. Διάφορα δημοσιεύματα στον σύγχρονο τύπο που αποδίδουν την αυτοκτονία του πρωθυπουργού στο ότι το υποτιθέμενο σχέδιο αμύνης στις Θερμοπύλες διέρρευσε στον εχθρό από το περιβάλλον του Κορυζή στερούνται επαρκούς τεκμηρίωσης. Άλλωστε με τα υποχωρούντα ελληνοβρετανικά τμήματα στο έλεος της εχθρικής αεροπορίας ήταν αδύνατη ακόμη και η επιβράδυνση των Γερμανών, πόσω μάλλον η συγκράτησή τους.
Με τον θάνατο του Κορυζή, ο στρατός έμεινε χωρίς άνθρωπο που θα αποφάσιζε εκείνη την κρίσιμη στιγμή για το μέλλον της χώρας και τις ζωές των στρατευσίμων. Τελικά ο μητροπολίτης των Ιωαννίνων ζήτησε από τον διοικητή του Γ’ Σώματος Στρατού , στρατηγό Τσολάκογλου να δράσει. Ο Τσολάκογλου σκεφτόταν ακόμη την ανταρσία και την δημιουργία μιας κυβέρνησης εκτάκτου ανάγκης με επικεφαλής τον μητροπολίτη Ιωαννίνων αλλά υποκύπτοντας στην ταχύτητα τον εξελίξεων αποφάσισε την παράδοση με δική του πρωτοβουλία. Η αλήθεια είναι ότι οι όροι του πρώτου πρωτοκόλλου συνθηκολόγησης ήταν έντιμοι και οι Έλληνες παραδόθηκαν στους Γερμανούς στις 19 Απριλίου 1941 Οι Ιταλοί παραπονέθηκαν με πικρία στους συμμάχους τους και οι Γερμανοί ανάγκασαν τον Τσολάκογλου να παραδοθεί και στους Ιταλούς με το σκεπτικό ότι ο βασιλιάς στην Αθήνα ισχυρίστηκε ότι θα «αγωνιστεί μέχρις εσχάτων». Οι Βρετανοί ήταν ενήμεροι για τις ενέργειες του Τσολάκογλου από αποκρυπτογραφημένα γερμανικά σήματα, αλλά δεν ανέφεραν τίποτα στο ελληνικό αρχηγείο για να προστατεύσουν το μυστικό του αποκωδικοποιητή ULTRA. Οι Έλληνες στρατιώτες δεν θεωρήθηκαν αιχμάλωτοι πολέμου και τους επετράπη να πάνε σπίτια τους παρά τις ιταλικές διαμαρτυρίες. Η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα απ’ όσες συγκρούστηκαν με τον Άξονα όπου συνέβη κάτι τέτοιο.
Επιλογος.
Ο Ιωάννης Μεταξάς μέχρι τον θάνατό του είχε πει ένα δεύτερο «ΌΧΙ» σε επέμβαση στην Ελλάδα βρετανικών χερσαίων στρατευμάτων χωρίς να είναι ορατή η ωφέλεια που θα προέκυπτε για την χώρα λόγω της βρετανικής ανεπάρκειας μέσων. Ο Έλληνας πρωθυουργός έδειχνε να πιστεύει ότι η Ελλάδα θα άντεχε αρκετά στο αλβανικό μέτωπο, ενώ ο στρατάρχης Γουέηβελλ θα εξάλειφε την ιταλική παρουσία στην Λιβύη. Η στάση του Μεταξά, στηριγμένη στην στρατιωτική του εμπειρία ίσως είχε επιτρέψει στους Βρετανούς να τελειώνουν με τους Ιταλούς στην Βόρεια Αφρική αναγκάζοντας έτσι τον Μουσολίνι να αποδεχθεί τη μεσολάβηση του Χίτλερ για μια κατάπαυση του πυρός με τους Έλληνες. Η Ελλάδα θα είχε ωφεληθεί από την διακοπή των ζημιών του πολέμου και θα είχε επανέλθει στην ουδετερότητα της αλλά η Βρετανία θα έχανε την μόνη πρόσβασή της στην Ευρώπη. Σκοπός της Βρετανίας ήταν να πολεμήσει τη Γερμανία, αλλά ο στόχος του Μεταξά ήταν να διασφαλίσει τα συμφέροντα της Ελλάδας γιατί η συνέχιση του πολέμου θα έφερνε μόνο συμφορές. Εξ άλλου τίποτα δεν εμπόδιζε την Ελλάδα να μπεί στον πόλεμο λίγο πριν την λήξη του με ήττα του Αξονα στο μέλλον ώστε να διεκδικήσει τα Δωδεκάνησσα και την Βόρειο Ηπειρο. Ο θάνατος του Μεταξά επήλθε σε μια “βολική” για τους Βρετανούς στιγμή και οι ειρηνευτικές του προσπάθειες μέσω επαφών τρίτων με τους Γερμανούς δεν κατέληξαν πουθενά. Η πιθανότητα σύμπτωσης του θανάτου ενός αδύναμου ηλικιωμένου σε μια κρίσιμη στιγμή δεν μπορεί να αποκλειστεί και κάθε ένδειξη για «βρώμικο παιχνίδι» από εξωτερικούς παράγοντες να είναι απλά στην σφαίρα της θεωρίας συνωμοσίας, λόγω ανεπάρκειας στοιχείων. Το μόνο πραγματικό γεγονός είναι ότι φάνηκε η έλλειψη της άκαμπτης σταθερής στάσης του κατά την διάρκεια των τραγικών ημερών του Απριλίου 1941 και μπορεί κανείς να υποθέσει ότι η κηδεία του ήταν επίσης η κηδεία της έστω αμυδρής ελπίδας να αποφευχθεί η φρίκη της κατοχής από τον Άξονα.
Όπως και στην περίπτωση του Μεταξά, δεν υπάρχει επίσημη καταχώρηση του θανάτου Κορυζή στο ληξιαρχείο Αθηνών αλλά ούτε και η έκθεση του ιατροδικαστή στα αρχεία του Υπουργείου Υγείας στην Αθήνα. Το ελληνικό κείμενο της Επίσημης Στρατιωτικής Ιστορίας αναφέρει ότι: «αυτοκτόνησε πυροβολώντας δύο φορές με ένα περίστροφο». Η εγκληματολογική επιστήμη θεωρεί ότι οι αυτοκτονίες με πολλαπλές πληγές πυροβολισμού είναι πολύ σπάνιες αλλά όχι αδύνατες, επομένως τα μόνα ερωτήματα σχετικά με τον θάνατο του Κορυζή μπορούν να τεθούν από την απουσία των επίσημων αρχείων, καθώς η έλλειψη πιο ουσιαστικών αποδεικτικών στοιχείων δεν προσφέρει καμιά πιθανότητα να ληφθεί υπόψη κάποια θεωρία πολιτικής συνωμοσίας. Οι ελληνικές αριστερές πηγές κατηγορούν τους Βρετανούς, αλλά φαίνεται ότι και ο Έλληνας βασιλιάς είχε πιθανώς ισχυρό κίνητρο. Ένας ζωντανός μάρτυρας της απόφασης του βασιλιά να θυσιάσει τον στρατό του για να σώσει έναν ξένο σύμμαχο δεν θα καθόταν καλά με την επιθυμία του βασιλιά να ανακτήσει τον θρόνο του μετά τον πόλεμο. Δεν μπορεί επίσης να αποκλειστεί η πιθανότητα, ο πρωθυπουργός να υπέστη νευρικό κλονισμό και να απελπίστηκε. Στα υπέρ του Κορυζή ίσως μπορεί να προσμετρηθεί η πιθανότητα να μην ήθελε να είναι αυτός που θα παρέδιδε την Ελλάδα στον Άξονα και ακόμα και η διαφυγή της κυβέρνησης να φαινόταν ως πράξη λιποταξίας σε έναν άνθρωπο που είχε πολεμήσει στους ένδοξους για την Ελλάδα Βαλκανικούς Πολέμους.
Ακόμη και ξένοι ιστορικοί, με γνώση της ελληνικής γλώσσας και πρόσβαση σε επίσημες πηγές ή ακόμα και σε προσωπικές συνεντεύξεις με τους ανθρώπους που έζησαν τα γεγονότα της εποχής τους, έχουν πέσει θύματα των προκαταλήψεων των πηγών τους ή της ανακρίβειας των αρχείων. Πρέπει να σημειωθεί όμως ότι οι Έλληνες που ενδιαφέρονται για τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις πάντα προσπαθούν να συνδέσουν την ιστορία του Β Παγκοσμίου Πολέμου και του Ψυχρού Πολέμου με τις εξελίξεις στην ελληνική πολιτική και την κοινωνία. Ο σκεπτικισμός των ξένων ιστορικών είναι καλό πράγμα, αν και οι εργασίες τους, που παρουσιάζονται στην Ελλάδα δεν θα τύχουν πάντα ευνοϊκής αποδοχής καθώς η επίρριψη ευθυνών στον ξένο παράγοντα είναι πολλές φορές μια εύκολη και “βολική” λύση
Πηγές
Βιβλία:
(1) AN ABRIDGED HISTORY OF THE GREEK-ITALIAN AND GREEK-GERMAN WAR 1940-() 1941 Hellenic Army History Directorate Athens 1997.
(2) A. Axelrod: THE REAL HISTORY OF WORLD WAR II: A NEW LOOK AT THE PAST Sterling Publishing Company, Inc. New York 2008.
(3) P. Bernard, H, Dubief, A. Forster : THE DECLINE OF THE THIRD REPUBLIC, 1914-1938 Cambridge University Press, Cambridge 1988.
(4) J. Carr: THE DEFENCE AND FALL OF GREECE 1940-41 Pen and Sword London 2013
(5) Lewis Hasluck: THE SECOND WORLD WAR Blackie, London 1948.
(6) Higham R., Veremis Th. (ed.): ASPECTS OF GREECE 1936-1940: THE METAXAS DICTATORSHIP Εliamep-Vryonis Center, Athens 1993.
(7) R. Higham: DIARY OF A DISASTER: BRITISH AID TO GREECE, 1940-1941 University Press of Kentucky, 2015.
(8) B. Jelavich: HISTORY OF THE BALKANS:VOL 2 Cambridge University Press, 1999.
(9) I. Metaxas: Personal Diaries 1933-1941 Vol. II ed, by Paedon Vranas, Icarus Athens 1960.
(10) p. Mogens : TOBACCO, ARMS, AND POLITICS: GREECE AND GERMANY FROM WORLD CRISIS TO WORLD WAR, 1929-41 Museum Tusculanum Press, Copenhagen 1998.
(11) R. J. Overy (Editor): TIMES” ATLAS OF THE 20TH CENTURY” Harper Collins Publishers Ltd London 1996.
(12) Ρ. Papastratis: BRITISH POLICY TOWARDS GREECE DURING THE SECOND WORLD WAR 1941-1944 Cambridge University Press, 1984.
(13) J Plowman: WAR IN THE BALKANS: THE BATTLE FOR GREECE AND CRETE 1940-1941 Pen and Sword, London 2013.
(14) E. T. Rossides: GREECE’S PIVOTAL ROLE IN WORLD WAR II AND ITS IMPORTANCE TO THE U.S. TODAY American Hellenic Institute Foundation, 2001.
(15) A. Sfikas: DOOMED NEUTRALITY: GREEK FOREIGN POLICY, 1936-1940, Dodone Journal, Ioannina University Vol 33 (2004) pp 212-248.
(16) Sophia Lazaretou: GREEK MONETARY ECONOMICS IN RETROSPECT: THE ADVENTURES OF THE DRACHMA Bank of Greece publications. Athens July 1999.
(17) Sophia Lazaretou: The Drachma in the Metal Numismatic Regimes, Economic Bulletin No 13, Bank of Greece July 1999.
Ιστοσελίδες:
(18) United States State Department, Office of the Historian. Documents about Greece in WWII
https://history.state.gov/historicaldocuments/frus1940v03/ch10
(19) United States Department of State / Foreign relations of the United States diplomatic papers, 1940. General and Europe (1940)
http://images.library.wisc.edu/FRUS/EFacs/1940v02/reference/frus.frus1940v02.iii0008.pppdf

Δημοσιεύεται στο methormisakathektou.blog
