3-7-2024
Γράφει ο Παναγιώτης Γέροντας, Ιστορικός-Συγγραφέας

Προς την Σύμβαση του Μοντρέ
Οι Τούρκοι ήδη πριν από τον θάνατο του Κεμάλ, άρχισαν να εκδηλώνουν τις επεκτατικές τους βλέψεις. Δύο ήταν οι άμεσοι στόχοι της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής: ο έλεγχος των Στενών και η κατάληψη της Αλεξανδρέττας. Το 1923 στην Λωζάννη, οι Βρετανοί είχαν αφαιρέσει τον έλεγχο των Στενών από τους Τούρκους για να έχουν την δυνατότητα επέμβασης με τις ναυτικές τους δυνάμεις στον Εύξεινο σε περίπτωση συμπλοκής με την Σοβιετική Ένωση. Το 1936 όμως, η Μ. Βρετανία είχε στρέψει την προσοχή της προς την Γερμανία του Χίτλερ που είχε επανεξοπλιστεί. Με αυτή την λογική, η Μ. Βρετανία κινήθηκε προς την Τουρκία με στόχο την ενδεχόμενη σύναψη μιας αγγλοτουρκικής συμμαχίας, η οποία θα απέκλειε την σοβιετική κάθοδο στις θερμές θάλασσες, θα απέτρεπε ιταλική επίθεση στην περιοχή και θα περιόριζε την γερμανική διείσδυση στην Τουρκία.

Οι σχέσεις της Γερμανίας με την Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχαν αφήσει ανεξίτηλα σημάδια στην Τουρκία αλλά κυρίως στην Γερμανία, όπου ζούσαν ακόμη αρκετοί Γερμανοί αξιωματικοί που είχαν υπηρετήσει στον Οθωμανικό Στρατό (περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ). Επιπρόσθετα, μια τέτοια συμμαχία θα περιόριζε τις επεκτατικές βλέψεις της Τουρκίας προς το Ιράκ, κράτος – πελάτη της Μ. Βρετανίας – και θα απέτρεπε το να χρησιμοποιηθούν τουρκικές αεροπορικές βάσεις για τον βομβαρδισμό του Σουέζ.
Οι Τούρκοι όμως είχαν και την υποστήριξη των Γερμανών. Όπως και στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στόχος της Γερμανίας ήταν να “κόψουν” την Βρετανική Αυτοκρατορία στην μέση. Το αιγυπτιακό εθνικιστικό κόμμα Wafd απαιτούσε την αποχώρηση των βρετανικών στρατευμάτων και παρ’ όλο που η βρετανική συνθήκη με τον βασιλιά Φαρούκ το 1936 είχε επιτρέψει την παραμονή των βρετανικών στρατευμάτων στην Αίγυπτο, είχε ψυχράνει τις σχέσεις του Wafd με τον βασιλιά της Αιγύπτου. Η αξία της χερσαίας διέλευσης προς τον Περσικό Κόλπο δια μέσου της Τουρκίας είχε ανέβει κατακόρυφα.
Οι Τούρκοι είχαν εκείνη την περιόδο – σε αντίθεση με την αμέσως μεταπολεμική εποχή – σε αυτό το θέμα την στήριξη και της Σοβιετικής Ένωσης. Οι Σοβιετικοί εκτιμούσαν ότι ήταν προς το συμφέρον τους να είναι σε θέση η Τουρκία να αποκλείει την είσοδο στον Εύξεινο Πόντο εχθρικών προς την Σοβιετική Ένωση ναυτικών δυνάμεων.

Η Σύμβαση του Μοντρέ
Σημαντικά στοιχεία για την κατανόηση της σύμβασης αποτελούν ο διαχωρισμός εμπορικών και πολεμικών πλοίων αλλά κυρίως αυτός των “βοηθητικών πολεμικών πλοίων” και “πολεμικών πλοίων”.
Τα εμπορικά σκάφη απολάμβάνουν πλήρη ελευθερία διάπλου εν καιρώ ειρήνης (Άρθρο 2). Εν καιρώ πολέμου, της Τουρκίας μη ούσης εμπολέμου απολαμβάνουν την ελευθερία διάπλου. Αν η Τουρκία έχει εμπλακεί στον πόλεμο, τα εμπορικά πλοία που ανήκουν σε κράτος μη εμπόλεμο έναντι της Τουρκίας απολαμβάνουν την ελευθερία του διάπλου και της ναυσιπλοϊας με τον όρο να μην βοηθούν με κανένα τρόπο τον εχθρό (Άρθρο 5). Αν η Τουρκία αισθανθεί ότι απειλείται με κίνδυνο επικείμενου πολέμου τότε τα εμπορικά πλοία “θα ήσαν υποχρεωμένα να εισέρχονται εις τα Στενά κατά την ημέραν, και ο διάπλους αυτών θα ώφειλε να πραγματοποιήται δια της οδού της καθοριζομένης εν εκάστη περιπτώσει υπό των Τουρκικών αρχών. Η πλοηγία θα ήτο δυνατόν εν τη περιπτώσει ταύτη να καταστή υποχρεωτική αλλά άνευ αμοιβής” (Άρθρο 6).

Τα “βοηθητικά πολεμικά πλοία” σύμφωνα με την σύμβαση είναι αυτά που έχουν ειδικώς ναυπηγηθεί για την μεταφορά υγρών και άλλων καυσίμων και ο οπλισμός τους δεν υπερβαίνει καθορισμένα όρια. Συγκεκριμένα: όσο αφορά στο πυροβολικό κατά πλέοντων στόχων, να μην διαθέτουν περισσότερα από δύο πυροβόλα με ανώτατο όριο διαμετρήματος 105χ.μ., ενώ όσο αφορά το πυροβολικό κατά εναέριων στόχων, αυτό δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τις δύο συσκευές με ανώτατο όριο διαμετρήματος τα 75χ.μ. Αυτά, πριν από τον διάπλου τους, δεν υποχρεούνται να προβούν σε προειδοποίηση της τουρκικής κυβέρνησης δια της διπλωματικής οδού. Για τα υπόλοιπα πολεμικά “η κανονική προθεσμία της προειδοποιήσεως θα είναι οκταήμερος, αλλά είναι ευκταίον όπως, δια τας Δυνάμεις τας μη παρόχθιους του Ευξείνου Πόντου αυξηθη εις δεκαπενθήμερον” (Άρθρο 13). Το ίδιο άρθρο επισημαίνει ότι στην προειδοποίηση δηλώνεται ο προορισμός, το όνομα, ο τύπος και ο αριθμός των σκαφών ως και η ημερομηνία του διάπλου για την μετάβαση και, αν συντρέχει λόγος και για την επιστροφή, ενώ “πάσα μεταβολή ημερομηνίας δέον να αποτελέση αντικείμενον τριημέρου προειδοποιήσεως”.
Η σύμβαση προχωρά σε έναν καθορισμό συσχετισμού ναυτικών δυνάμεων μεταξύ παρευξείνιων και μη κρατών στην Μαύρη Θάλασσα, πράγμα που εξηγεί και την υποστήριξη της Σοβιετικής Ένωσης. Σύμφωνα με το Άρθρο 18 το συνολικό εκτόπισμα των μη παρευξείνιων ναυτικών δυνάμεων δεν πρέπει να ξεπερνά τους 30.000 τόνους εκτός αν ” οιαδήποτε στιγμή το εκτόπισμα του ισχυρότερου στόλου του Εύξεινου Πόντου ήθελεν υπερβή τουλάχιστον κατά 10.000 τόνους το εκτόπισμα του ισχυρότερου στόλου κατά την ημερομηνία της υπογραφής συμβάσεως, το συνολικό εκτόπισμα των 30.000 τόνων […] θέλει αυξηθή αναλόγως μέχρι του ορίου των 45.000 τόνων” Για αυτό, η σύμβαση επιτάσσει την ενημέρωση της Τουρκίας εκ μέρους των παρευξείνιων κρατών την 1η Ιανουαρίου και 1η Ιουλίου κάθε έτους για το συνολικό εκτόπισμα των στόλων τους. Σε αυτόν τον υπολογισμό των εκτοπισμάτων δεν υπολογίζονται τα “βοηθητικά πολεμικά σκάφη”.
Πολύ σημαντικά άρθρα είναι τα 19, 20 και 21. Σύμφωνα με το άρθρο 19, σε περίπτωση πολέμου, απαγορεύεται ο διάπλους σε κάθε πολεμικό πλοίο εμπόλεμης δυνάμεως εκτός από την περίπτωση συνδρομής παρεχόμενης σε κράτος, το οποίο έγινε θύμα επίθεσης “δυνάμει Συνθήκης αμοιβαίας συνδρομής υποχρεούσης της Τουρκίας , συνομολογηθείσης εν τω πλαισίω του Συμφώνου της Κοινωνίας των Εθνών, καταχωρηθείσης και δημοσιευθείσης συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 18 του εν λόγω συμφώνου”. Το άρθρο 20 επιτάσσει ότι σε περίπτωση πολέμου με την Τουρκία εμπόλεμη “ο διάπλους των πολεμικών σκαφών θα επαφίεται εξ ολοκλήρου εις την διάθεσιν της Τουρκικής Κυβερνήσεως” Το άρθρο 21 επεκτείνει το προηγούμενο στο ότι η Τουρκία μπορεί να εφαρμόσει το άρθρο 20 ακόμη και αν “θα εθεώρει εαυτήν απειλουμένην υπό του επικείμενου κινδύνου πολέμου”.

Η Σύμβαση του Μοντρέ και η Ελλάδα
Η αποστρατικοποίηση των νησιών Λήμνου και Σαμοθράκης μαζί με την αποστρατικοποίηση των Δαρδανελλίων, της Θάλασσας του Μαρμαρά και του Βοσπόρου, καθώς επίσης και των τουρκικών νησιών Ίμβρου, Τενέδου και Λαγουσών, αρχικώς προβλεπόταν από τη Σύμβαση της Λωζάννης για τα Στενά του 1923, ωστόσο καταργήθηκε από τη Σύμβαση του Μοντρέ, η οποία, όπως ρητώς μνημονεύεται στο προοίμιό της, αντικατέστησε στο σύνολό της την προαναφερόμενη Σύμβαση της Λωζάννης.
Το δικαίωμα της Ελλάδας να εξοπλίσει τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη αναγνωρίσθηκε από την Τουρκία, σύμφωνα και με την επιστολή που απηύθυνε στον Έλληνα Πρωθυπουργό στις 6 Μαΐου 1936 ο τότε Τούρκος Πρέσβης στην Αθήνα Roussen Esref, κατόπιν οδηγιών της Κυβέρνησής του. Η Τουρκική Κυβέρνηση επανέλαβε αυτή τη θέση, όταν ο τότε Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Rustu Aras, απευθυνόμενος προς την Τουρκική Εθνοσυνέλευση με την ευκαιρία της κύρωσης της Συμβάσεως του Μοντρέ, αναγνώρισε ανεπιφύλακτα το νόμιμο δικαίωμα της Ελλάδας να εγκαταστήσει στρατεύματα στη Λήμνο και τη Σαμοθράκη, με τις εξής δηλώσεις του: “Οι διατάξεις που αφορούν τις νήσους Λήμνο και Σαμοθράκη, οι οποίες ανήκουν στη γειτονική μας και φιλική χώρα Ελλάδα και είχαν αποστρατικοποιηθεί κατ’ εφαρμογήν της Σύμβασης της Λωζάννης του 1923, επίσης καταργήθηκαν με τη νέα Σύμβαση του Μοντρέ και αυτό μας ευχαριστεί ιδιαίτερα” (Εφημερίδα των πρακτικών της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, τεύχος 12, Ιούλιος 31/1936, σελ. 309).
Επίλογος
Η κατάργηση της ελευθερίας του διάπλου των Στενών αποτέλεσε μια σημαντική ήττα της Μ. Βρετανίας και αντίστοιχη νίκη της Τουρκίας και της Σοβιετικής Ένωσης. Πολύ περισσότερο, αποτέλεσε μια μεγάλη διπλωματική νίκη για τους Τούρκους που κατανόησαν ότι με την τακτική του επιτήδειου ουδέτερου θα μπορούσαν εμπαίζοντας όλες τις Μεγάλες Δυνάμεις να αποσπάσουν σημαντικά εδαφικά οφέλη. Κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Τουρκία θα προσεγγίσει την ναζιστική Γερμανία για να ικανοποιήσει τις μεγαλοίδεατικές της βλέψεις στον Καύκασο και την Μέση Ανατολή (περισσότερα για τις βασικές αρχές της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής μπορείτε να διαβάσετε εδώ). Οι Τούρκοι όμως δεν θα ενταχθούν στον Άξονα και πάντα θα λοξοκοιτούν και προς την Αγγλία. Η στάση αυτή της Τουρκίας θα κοστίσει στους Γερμανούς, καθώς έχοντας ως κεντρικό σημείο την προσέγγιση τους με την Τουρκία, δεν θα καταφέρουν να προσεταιριστούν τους Άραβες που ενδεχόμενη αποσκίρτησή τους θα δημιουργούσε μεγάλο πρόβλημα στην συνοχή της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.
Πηγές
Χαράλαμπος Γ. Νικολάου, Διεθνείς και Στρατιωτικές Συνθήκες – Συμφωνίες και Συμβάσεις. Από το 1453 μέχρι σήμερα (Ελλάς – Χερσόνησος του Αίμου), εκδ. Ι. Φλώρος, Αθήνα 1996.
Frank G. Weber, Ο Επιτήδειος Ουδέτερος: Η Τουρκική Πολιτική κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, εκδ. ΘΕΤΙΛΗ, Αθήνα, 1983
Jacob M. Landau, Παντουρκισμός – Το Δόγμα του Τουρκικού Επεκτατισμού, εκδ. ΘΕΤΙΛΗ, Αθήνα, 1995.
Stefan Ihrig, Ατατούρκ και Ναζί – Δάσκαλος και Μαθητές στην Εφαρμογή του Ολοκληρωτισμού, εκδ. Παπαδόπουλος, Αθήνα 2016.
Δημοσιεύεται στο methormisakathektou.blog
