Ιωάννης Βατάτζης: ο άγιος του μεσαιωνικού μικρασιατικού Ελληνισμού

26-4-2024

Γράφει ο Παναγιώτης Γέροντας, Ιστορικός-Συγγραφέας

Οι πρώτοι ηγεμόνες της Αυτοκρατορίας της Νικαίας, του ελληνικού κράτους που δημιουργήθηκε στην Μικρά Ασία και έμελλε να ανακαταλάβει την Κωνσταντινούπολη και να αναστήσει την Βυζαντινή Αυτοκρατορία, υπήρξαν πρότυπα ηγεσίας που κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα εύρωστο κράτος που σε σύντομο χρονικό διάστημα κατόρθωσε να αντιμετωπίσει – και με την βοήθεια των συγκυριών –  τους εχθρούς σε όλα τα μέτωπα: Δεσποτάτο της Ηπείρου και Φράγκοι στην Δύση και Σελτζούκοι/ Μογγόλοι στην Ανατολή.

Προς την ισχυροποίηση της Αυτοκρατορίας της Νικαίας

Ευθύς μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους, οι Δυτικοί μοίρασαν τα εδάφη της Αυτοκρατορίας. Η Βενετία λόγω της ολιγανθρωπίας της κατέλαβε μόνο ορισμένα παραλιακά μέρη και νησιά στο Αιγαίο για να διατηρεί την εμπορική της ναυτοκρατορία. Ο νέος ισχυρός άνδρας της περιοχής ήταν ο σταυροφόρος Βονιφάτιος ο Μομφερρατικός (Bonifacio I del Monferrato, 1150 – 4 Σεπτεμβρίου 1207), του οποίου τού αρνήθηκαν την Κωνσταντινούπολη και για να τον εξευμενίσουν τον έχρισαν «βασιλιά της Θεσσαλονίκης». Ο Βονιφάτιος συνέχισε την κατάληψη της νότιας Ελλάδας. Ο μόνος που προσπάθησε να του αντισταθεί και απέτυχε ήταν ο δεσπότης Λέων Σγουρός.

Η στέψη του Βονιφάτιου του Μομφεράτου ως αρχηγού της Δ΄ Σταυροφορίας – έργο του Henri Decaisne (1840)

Ο Αλέξιος Γ΄ Άγγελος μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, περιπλανήθηκε και κατέληξε στην Θεσσαλία. Εκεί συναντήθηκε με τον Λέοντα Σγουρό που είχε εκστρατεύσει από την Κόρινθο και είχε καταλάβει την Λάρισα. Ο Σγουρός ηττήθηκε και ο Αλέξιος Γ΄ συνάντησε τον Βονιφάτιο και του εκχώρησε τα αυτοκρατορικά του δικαιώματα με αντάλλαγμα να τον αφήσει ήσυχο σε μία περιοχή. Ο Μομφερρατικός του παραχώρησε την περιοχή του Αλμυρού, όπου αποσύρθηκε με την σύζυγό του Ευφροσύνη.

Οι Θράκες που ακολουθούσαν τον Αλέξιο στην συνέχεια προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στον Μομφερρατικό και αργότερα στον Λατίνο αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης Βαλδουίνο, οι οποίοι δεν τους δέχθηκαν. Αυτούς τους προσεταιρίστηκε ο τσάρος της Βουλγαρίας Καλογιάν. Ο στρατός του Καλογιάν συγκρούστηκε με τα λατινικά στρατεύματα κοντά στην Ανδριανούπολη, τα οποία και συνέτριψε. Ο ίδιος ο Λατίνος αυτοκράτορας Βαλδουίνος συνελήφθη και δεν επέστρεψε ποτέ στην πρωτεύουσά του. Αυτήν την ήττα εκμεταλλεύτηκε ο Θεόδωρος Λάσκαρης για να εδραιώσει την εξουσία του στην Ανατολή. Παράλληλα αυτοκράτορας στην λατινική αυτοκρατορία ανέλαβε ο αδελφός του Βαλδουίνου, Ερρίκος.

«Όταν ο αδελφός του αυτοκράτορος, Ερρίκος διεκπεραιώθη εις την Μικράν Ασίαν, απήντησε αυτόθι αντίπαλον γενναίον και επιτήδειον, τον Θεόδωρον Λάσκαριν. Είδομεν τον Θεόδωρον Λάσκαριν αναγορευθέντα αυτοκράτορα καθ ην στιγμήν οι πολέμιοι ήσαν ήδη εντός της Κωνσταντινουπόλεως﮲είδομεν αυτόν αγωνισθέντα εις μάτην να καταπείση τον λαόν και τους μισθοφόρους να σώσωσι την Βασιλεύουσαν, ήτις ηδύνατο έτι να σωθή﮲και εν τη απελπισία του υποχωρήσαντα  εις την αντιπέραν μεγάλην χερσόνησον. Εκεί εύρε τον μεν Θεόδωρο Μαγκαφάν ανακτήσαντα αύθις την αρχήν εν Φιλαδελφεία, εν Αμισώ δε και εν Παφλαγονία άρχοντα τον Θεόδωρο Γαβράν, τον δε Πελοποννήσιον Μανουήλ Μαυροζούμη, κηδεστή του Σελτζουκίδου Καϊχοσρού  Α΄ [σ.σ. Ο Καϊχοσρόης Α΄ (Αρχαία Τουρκικά : Ghiyath ad-Din Kaykhusraw bin Qilij Arslan), ήταν ο 11ος και μικρότερος γιος του Κιλίτζ Αρσλάν Β΄· πολέμησε με τους αδελφούς του για τη διαδοχή, μέχρι την εποχή που έχασε τον θρόνο από τον αδελφό του Σουλεϊμάν Β΄ (1196). Νυμφεύτηκε μία κόρη του Βυζαντινού ευγενούς Μανουήλ Μαυροζώμη. Ο Καϊχοσρόης Α΄ έδωσε δώρα στον πεθερό του, που έγινε υποτελής του, τις Κολοσσές και τη Λαοδίκεια. O ιστορικός Ρουστάμ Σουκούροφ γράφει ότι ο Καϊχοσρόης Α΄ είχε «διπλή ταυτότητα χριστιανική και μουσουλμανική κάτι που σχετίζεται με την διπλή Ελληνική και Τουρκική του καταγωγή». Peacock, A.C.S.; Yildiz, Sara Nur, eds. (2013). The Seljuks of Anatolia: Court and Society in the Medieval Middle East. I.B.Tauris., σελ 133] δεσπόζοντα δια της συνδρομής τουρκικών στρατευμάτων, απάσης της περί τον Μαίανδρον χώρας. Ο Λάσκαρις, ίνα οικονομήση την φιλοτιμίαν των διαφόρων τούτων δυναστών, δεν ανέλαβεν αμέσως το αυτοκρατορικόν αξίωμα. Αλλά περιστοιχισθείς εν Προύση υπό των πολυάριθμων εκ Κωνσταντινουπόλεως προσφύγων  και αναγνωρισθείς υπ’ αυτών κατ’ αρχάς απλώς δεσπότης, ένθεν μεν αντετάχθη εις τους Φράγκους , ένθεν δε προσωκειώθη μετ’ ου πολύ τον τε Μαγκαφάν και τον Μαυροζούμην» (Κ. Παπαρρηγόπουλου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΙ, εκδ. ΜΙΚΑ, σελ. 345).

Ο Θεόδωρος Α’ Λάσκαρης (Mικρογραφία από τον κώδικα Mutinensis gr. 122 (folio 294v) της Βιβλιοθήκης των Έστε στη Μοντένα).

Στην εκστρατεία του Ερρίκου, ο Θεόδωρος παρακίνησε τον τσάρο των Βουλγάρων Ιωάννη Ασάν εναντίον του. Ο Ερρίκος αναγκάστηκε να δεχτεί διετή ανακωχή από τον Θεόδωρο και ο τελευταίος ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας από τον πατριάρχη Αυτορειανό το 1208. Η Βενετία ενοχλούμενη με το ελληνικό κράτος της Νικαίας προσπάθησε να υποκινήσει τους Λατίνους και τους Σελτζούκους εναντίον του. Αν και ο Θεόδωρος είχε μόνο την στήριξη του βασιλιά της Αρμενίας της Κιλικίας Λέοντα Γ΄, κατάφερε να νικήσει τους Σελτζούκους του Ικονίου και να διαλύσει τον στρατό τους. Αν και στην συνέχεια ηττήθηκε από τον Ερρίκο που είχε συμμαχήσει και με τους Κομνηνούς της Τραπεζούντας, ο Θεόδωρος εξακολουθούσε να αμύνεται, γεγονός που ανάγκασε τους Λατίνους να συνάψουν στα τέλη του 1214 την Ειρήνη του Νυμφαίου. Με αυτήν, οι Λατίνοι περιορίζονταν σε μια βορειοδυτική λωρίδα της Μικράς Ασίας, νότια της κοιλάδας του Κάικου ποταμού και νοτιοανατολικά του Λοπαδίου. Ο Θεόδωρος είχε κατορθώσει να εδραιώσει την εξουσία του στην Μικρά Ασία.

Πηγή

Παράλληλα με τον Θεόδωρο, το άλλο ελληνικό κράτος, το Δεσποτάτο της Ηπείρου με τον Θεόδωρο Δούκα Άγγελο (1215 – 1230) κατάφερε με τολμηρή ενέργεια να συλλάβει τον νέο αυτοκράτορα της λατινικής Κωνσταντινούπολης Πέτρο ντε Κουρτεναί, να αφαιρέσει από τους Βενετούς το Δυρράχιο και την Κέρκυρα, να καταλάβει την Αχρίδα και την Πελαγονία και το 1225-6 να καταλάβει την Θεσσαλονίκη. Ο Θεόδωρος στέφθηκε αυτοκράτορας στην Θεσσαλονίκη από τον αρχιεπίσκοπο Αχρίδας Δημήτριο Χωματιανό.

Το Δεσποτάτο της Ηπείρου σε πλήρη έκταση (πηγή)

Ο Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης (Διδυμότειχο, 1193 – Νυμφαίο Ιωνίας, 3 Νοεμβρίου 1254)

Το ελληνικό κράτος της Νικαίας γιγαντώθηκε επί του διαδόχου και γαμπρού του Θεόδωρου Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη (1222- 1254). Ο Έλληνας ηγεμόνας κατανίκησε πολλές φορές τους Φράγκους, τους έδιωξε σχεδόν τελείως από την Μικρά Ασία, ανακατέλαβε τα νησιά Σάμο, Χίο, Λέσβο, Ικαρία και Κω και υποχρέωσε σε υποτέλεια τον άρχοντα της Ρόδου, Λέοντα Γαβαλά. Κατόπιν, πέρασε στην Θράκη και κατέλαβε την Ανδριανούπολη. Ο αυτοκράτορας της Θεσσαλονίκης Θεόδωρος Άγγελος έπεισε ωστόσο τους κατοίκους της Ανδριανούπολης να εκδιώξουν της δυνάμεις του Βατάτζη. Ο Θεόδωρος της Ηπείρου επέκτεινε το κράτος του μέχρι την Χριστούπολη, την Ανδριανούπολη και την Φιλιππούπολη, ωστόσο ηττήθηκε από τον Βούλγαρο τσάρο Ιωάννη Ασάν και το κράτος του πέρασε στον αδερφό του Μανουήλ.

Πηγή

Ο Ιωάννης Βατάτζης σύναψε συμμαχία με τον Βούλγαρο Ιωάννη Ασάν εναντίον της Κωνσταντινούπολης. Η βοήθεια των ιταλικών πόλεων και η φράγκικη ενίσχυση από το Πριγκηπάτο της Αχαΐας παρέτειναν  για τριάντα ακόμη χρόνια την ζωή της λατινικής αυτοκρατορίας που έσβηνε. Η πραγματική πολιτική έμπνευση του Βατάτζη ήταν η ανάπτυξη στενών σχέσεων με τον Γερμανό αυτοκράτορα Φρειδερίκο Β’.

«Ο Φρειδερίκος Β΄, ο πιο αξιόλογος από όλους τους Γερμανούς Βασιλείς του Μεσαίωνος, ήνωσε υπό την εξουσία του την Γερμανία και το Βασίλειο της Σικελίας […] εμιλούσε πολύ ωραία  Ιταλικά, Ελληνικά και Αραβικά και πιθανόν, το λιγώτερο στα νειάτα του, ομιλούσε, άσχημα τα Γερμανικά. Αντιμετώπιζε τα θρησκευτικά προβλήματα πολύ πιο ψύχραιμα από τους συγχρόνους του. Υπό την επίδραση των λογίων της Ανατολής  – Αράβων και Ιουδαίων – από τους οποίους πολλοί ευρίσκοντο στην αυλή του Φρειδερίκου, στην Σικελία, ο Γερμανός Αυτοκράτωρ έγινε ενθουσιώδης οπαδός της επιστήμης, της φιλοσοφίας, και ίδρυσε το Πανεπιστήμιο της Νεαπόλεως, ενώ συγχρόνως έλαβε υπό την προστασία του την περίφημη Ιατρική Σχολή του Σαλέρνο, μια από τις πιο φημισμένες σχολές του Μεσαίωνος. […] ο Φρειδερίκος υπήρξεν άσπονδος εχθρός του Παπισμού και του δόγματος της εξουσίας του Πάπα επί της εξουσίας των Βασιλέων. Ο αγών των Παπών με τον Φρειδερίκο Β΄ υπήρξε πολύ επίμονος. Τρεις φορές αφωρίσθη ο Αυτοκράτωρ και απέθανε  κουρασμένος και εξηντλημένος από τον έντονον αγώνα, στον οποίο οι Πάπαι, παραβλέποντας κάθε πνευματικό σκοπό, εξεδικούντο τους προσωπικούς τους εχθρούς. “Αυτή δηλαδή την οχιά του γένους του Hohenstaufen” την οποία είχαν αποφασίσει να εξοντώσουν. […] Ενώ ο πρώτος [σ.σ. ο Φρειδερίκος] επιθυμούσε την εκ μέρους των παπών διεκδίκηση της κοσμικής εξουσίας, ο δεύτερος [ο Βατάτζης] ήθελε ν’ αναγνωρίσει η Δύση την Ανατολική Εκκλησία και ως εκ τούτου να πάψει να υφίσταται το Λατινικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης» (A.A. Vasiliev, Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τομ. Β’ εκδ. Μπεργαρδή, σελ 652-653).

Ο Γερμανός αυτοκράτορας Φρειδερίκος Β’ (πηγή)

Οι σχέσεις του Έλληνα και του Γερμανού αυτοκράτορα έγιναν τόσο στενές που ελληνικά στρατεύματα πολέμησαν στο πλευρό του Φρειδερίκου στην Ιταλία. Όταν η πρώτη σύζυγος του Ιωάννη Βατάτζη, Ειρήνη  – κόρη του Θεόδωρου Λάσκαρη – πέθανε, παντρεύτηκε την κόρη του Φρειδερίκου Κωνσταντία που βαφτίστηκε Ορθόδοξη και έλαβε το όνομα Άννα. Ο Βατάτζης συνέχισε την κατακτητική του πορεία στα Βαλκάνια. Νίκησε τους Βουλγάρους και επέκτεινε την κυριαρχία του ως την Ροδόπη και τον Αξιό καταλαμβάνοντας τις Σέρρες, το Μελένικο, το Βελεβούσδιο, τα Σκόπια, τα Βελεσά, την Πελαγονία και τον Πρόσακο. Τέλος, επιτέθηκε στην ίδια την Θεσσαλονίκη που τον κάλεσαν οι δυσαρεστημένοι με τον δεσπότη Δημήτριο, διάδοχο του Ιωάννη Αγγέλου. Την κατέλαβε τον Δεκέμβριο του 1246.

Το έργο του Βατάτζη όμως ήταν τόσο κοινωνικό και οικονομικό, όσο και κατακτητικό. Κατ’ αρχάς προσπάθησε να ενδυναμώσει τις μισθοφορικές του δυνάμεις εγκαθιστώντας ξένους λαούς κυρίως Κουμάνους στις περιοχές της Θράκης, της Μακεδονίας, της Φρυγίας και της περιοχής του Μαιάνδρου. Για να ενισχύσει την συνοριακή άμυνα ενίσχυσε τους εκεί πληθυσμούς με φορολογικές ατέλειες και πρόνοιες στους ευγενείς.

Στον οικονομικό τομέα ο Βατάτζης έδινε ιδιαίτερη σημασία στην ντόπια παραγωγή και τον αποκλεισμό των ξένων, ιδιαίτερα δυτικών ειδών πολυτελείας. «Όσο βρισκόταν στην πατρίδα, ο Ιωάννης θύμιζε συνέχεια στους υπηκόους του ότι ζούσαν σε κατάσταση εγρήγορσης και ότι χρειάζονταν θυσίες για να γίνει δική τους η Κωνσταντινούπολη. Οι εισαγωγές απαγορεύονταν, η αυτάρκεια ήταν το κεντρικό σύνθημα, ενώ ο ίδιος έδινε το παράδειγμα καλλιεργώντας ένα αγρόκτημα και χρησιμοποιώντας τα κέρδη του από τις πωλήσεις αυγών για να αγοράσει στην σύζυγό του, Ειρήνη, το “στέμμα των αυγών”  – ένα διάδημα με πολύτιμους λίθους, που της προσέφερε δημόσια ως απόδειξη του τί μπορούσε να επιτευχθεί με την καλή διαχείριση. Το δώρο αυτό το άξιζε η Ειρήνη. Χάρη σε αυτούς τους δυο, χτίστηκαν νοσοκομεία και οργανοτροφεία, ενισχύθηκαν οι καλές τέχνες και η λογοτεχνία, ενώ τέθηκαν τα θεμέλια για την θεαματική πολιτιστική αναγέννηση που σημειώθηκε κατά τη βασιλεία του γιου τους Θεόδωρου, όταν η Νίκαια έγινε το λαμπρό κέντρο του βυζαντινού πολιτισμού. Κατά συνέπεια, ο Ιωάννης και η Ειρήνη αγαπήθηκαν ειλικρινά από τους υπηκόους τους» (J.J. Norwich, Σύντομη Ιστορία του Βυζαντίου, εκδ. Γκοβόστη, σελ 477).

Η Αυτοκρατορία της Νικαίας σε πλήρη έκταση και οι υπόλοιπες δυνάμεις της περιοχής (πηγή)

Η οικονομική πολιτική του Βατάτζη ενισχύθηκε και από την παρακμή του σουλτανάτου του Ικονίου που μετά τις καταστροφές που του προκάλεσαν οι μογγολικές επιδρομές, αναγκάστηκε να αγοράζει σε πολύ υψηλές τιμές τα είδη πρώτης ανάγκης που χρειαζόταν. Με αυτόν τον τρόπο, η Αυτοκρατορία της Νικαίας στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα ευρισκόταν σε καλύτερη κατάσταση ακόμη και από το κράτος της εποχής των Κομνηνών.

Η ομολογία της Ελληνικότητας του Βατάτζη

Υπάρχουν δύο επιστολές, αυτή που αποστέλλει ο Πάπας Γρηγόριος Θ’ στον Ιωάννη Βατάτζη και η αγέρωχη απάντηση του δεύτερου που αναδεικνύουν την ελληνικότητα των Βυζαντινών από δύο πλευρές, τόσο από το πώς τούς έβλεπαν οι άλλοι, όσο και από το πώς έβλεπαν οι ίδιοι τον εαυτό τους.

Το 1237, ο Έλληνας αυτοκράτορας έλαβε μια μάλλον υποτιμητική επιστολή από τον Πάπα στην οποία απάντησε με αγέρωχο τρόπο. Ακολουθεί απόσπασμα από την επιστολή του Πάπα και ακολούθως αποσπάσματα από την απάντηση του Ιωάννη Βατάτζη. Ας σημειωθεί ότι έγκριτοι μελετητές έχουν αποφανθεί θετικά για την γνησιότητα των επιστολών.

« Τω ευγενή ανδρί Βατάτζη ας έχει πνεύμα ιδιαιτέρας βουλής.

Επειδή πιστεύεται ότι η σοφία βασιλεύει στους Έλληνες, από τους οποίους από παλιά σαν από κάποια πηγή επί μακρόν έρεαν ρύακες επιστήμης, πιστεύουμε ότι μ΄ αυτή τη διάκριση και την ωριμότητα που και εσύ διαθέτεις, οφείλεις ως μητέρα να αναγνωρίζεις τη Ρώμη, και να έχεις και να διατηρείς την εύνοια της. Ούτως ώστε να παραμένει για σένα επί πολύ καρποφόρος, προσέχοντας της αποστολικής έδρας τα πρωτεία, τα οποία δεν της τα έδωσε κάποια γήινη δύναμη, αλλά ο Ιησούς Χριστός και επί της πέτρας της κτίσεως, αμέσως μετά τη γέννησή της, την οικοδόμησε και ο οποίος στο μακάριο Πέτρο, τον κλειδούχο της αιωνίας ζωής συνήψε τα δίκαια της Ρώμης μαζί με τα αιώνια δίκαια. Επειδή λοιπόν χάρην βοηθείας της Αγίας Γης αποστείλαμε σε όλο τον κόσμο να κηρυχτεί ο λόγος του σταυρού και επειδή η βοή της σωτηρίου σάλπιγγος, ήχησε με τα στόματα των κηρύκων, οι οποίοι κηρύσσουν και προσκαλούν σε μάχη χριστιανικής εκστρατείας εμπνευσμένης με τη Θεία Χάρη, τόσον ευγενείς όσο και δυνατοί και τόσο γενναίοι πολεμιστές ανέλαβαν το σημείο του σταυρού, που είναι αναρίθμητο πλήθος και μαζί με άλλους πιστούς χριστιανούς, των οποίων ατέλειωτος είναι σχεδόν ο αριθμός θα βοηθηθεί η (λατινική) αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης, ώστε πάσα ορμή των εναντίων να αφανισθεί και με την ευκταία ειρήνη αυτή η αυτοκρατορία να αναπνεύσει…»

Η επιστολή του Πάπα έχει σαφώς ειρωνικό και απειλητικό χαρακτήρα για να προστατευθεί η Κωνσταντινούπολη από τον Ιωάννη Βατάτζη.

«Μας γράφεις ότι από το δικό μας, το Ελληνικό γένος, άνθησε η σοφία και τα αγαθά της και διαδόθηκε στους άλλους λαούς. Αυτό σωστά το γράφεις. Πως όμως αγνόησες ή και αν υποτεθεί ότι δεν το αγνόησες, πως ξέχασες να γράψεις ότι, μαζί με τη σοφία, το γένος μας κληρονόμησε από τον Μέγα Κωνσταντίνο και τη βασιλεία; Ποιος αγνοεί ότι τα κληρονομικά δικαιώματα της διαδοχής πέρασαν από εκείνον στο δικό μας γένος και ότι εμείς είμαστε οι νόμιμοι κληρονόμοι και διάδοχοι ;

Έπειτα, συ απαιτείς να μην αγνοήσουμε το θρόνο σου και τα προνόμιά του. Αλλά και εμείς έχουμε να ανταπαιτήσουμε να δεις καθαρά και να αναγνωρίσεις τα δικαιώματα μας επί της εξουσίας και του κράτους της Κωνσταντινούπολης, το οποίο, από τον Μέγα Κωνσταντίνο, διατηρήθηκε για μια χιλιετία και έφτασε σε μας. Οι γενάρχες της βασιλείας μου, είναι από το γένος των Δουκών και των Κομνηνών, για να μην αναφέρω εδώ και όλους τους άλλους βασιλείς που είχαν ελληνική καταγωγή και για πολλές εκατοντάδες χρόνια κατείχαν την βασιλική εξουσία της Κωνσταντινούπολης. Αυτούς όλους, και η εκκλησία της Ρώμης και οι ιεράρχες της, τους προσκυνούσαν ως αυτοκράτορες των Ρωμαίων. Πως λοιπόν εμείς φαινόμαστε στα μάτια σου ότι δεν εξουσιάζουμε και δε βασιλεύουμε σε κανένα τόπο, παρά χειροτόνησες λες κι είναι επίσκοπος σου τον εκ Βρυέννης Ιωάννη βασιλιά στην Πόλη; Ποιο δίκαιο επρυτάνευσε στη συγκεκριμένη αυτή περίσταση ; Πως κατάφερε η τιμία σου κεφαλή και επαινεί το άδικο της πλεονεξίας και βάζει στη μοίρα του δικαίου τη ληστρική και αιμοχαρή κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους;»

Επίλογος – Συμπεράσματα

Οι ηγεμόνες της Αυτοκρατορίας της Νικαίας κατόρθωσαν σε μερικές μόλις δεκαετίες να στήσουν ένα σταθερό κράτος στην Μικρά Ασία. Ιδιαίτερα ο Ιωάννης Βατάτζης κατάφερε με την συνετή και σοφή πολιτική του να υπερδιπλασιάσει τα εδάφη του κράτους, ένα κράτος που λειτουργούσε υγιώς και στις εσωτερικές του υποθέσεις.

Κεντρικό σημείο της πολιτικής του Βατάτζη ήταν η αντιλατινική και η αντιπαπική διάθεση που τον οδήγησε και σε στενές σχέσεις με τον Γερμανό αυτοκράτορα. Την Κωνσταντινούπολη θα ανακαταλάβει τελικά ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος, ως αποτέλεσμα όμως των ενεργειών και των πολιτικών του Ιωάννη Βατάτζη. Ο Ιωάννης Βατάτζης αποτελεί υπόδειγμα ηγεσίας αφού ο ίδιος επεδίωκε να αποτελεί το χρηστό παράδειγμα στους υπηκόους του. Δικαίως κατέστη Άγιος. Η μνήμη του ετιμάτο με ιδιαίτερη ευλάβεια από τους Μικρασιάτες μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα. Η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις  4 Νοεμβρίου κάθε έτους.

Ο Ιωάννης Βατάτζης με τον γιο του Θεόδωρο Δούκα Λάσκαρη. Ο Θεόδωρος Β’ Λάσκαρης κυβέρνησε για μικρό χρονικό διάστημα την Αυτοκρατορία αλλά πέρα από ικανός ηγεμόνας ήταν και χαλκέντερος λόγιος.

Δημοσιεύεται στο methormisakathektou.blog