24-12-2023
Γράφει ο Παναγιώτης Γέροντας, Ιστορικός-Συγγραφέας

Η πορεία προς τον Μεγάλο Πόλεμο
Ο κόσμος πολλά χρόνια πριν οδηγούταν στον “Μεγάλο Πόλεμο”, όπως ονομάστηκε. Η οικονομική κρίση του 1873 – 1879 δημιούργησε σημαντικούς οικονομικούς μετασχηματισμούς. Η οικονομική ύφεση οδήγησε σε συνενώσεις εταιρειών με την δημιουργία των καρτέλ. Παράλληλα ο καπιταλισμός των δυτικών εθνών τέθηκε υπό την προστασία των κρατών. Η προώθηση των επιχειρηματικών συμφερόντων δια των εδαφικών επεκτάσεων αλλά και δημιουργίας ζωνών επιρροής γέννησαν το φαινόμενο του οικονομικού ιμπεριαλισμού. Μετά την απομάκρυνση του Μπισμαρκ, η Γερμανία απομακρύνεται από την Ρωσία, ενώ η άστατη πολιτική του Κάιζερ Γουλιελμου Β’ κορυφώθηκε στην κρίση στο Αγαδιρ.
Την 1 Ιουλίου 1911, τρία χρόνια πριν το ξέσπασμα του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου, ο Κάιζερ Γουλιέλμος Β΄ έστειλε στο Αγαδιρ το πολεμικό πλοίο Πάνθηρ, ώστε να κατασκευαστεί μια γερμανική ναυτική βάση εκεί και να εκφοβίσει τους Γάλλους ώστε να σταματήσει η επέκταση της επιρροής τους στο Μαρόκο. Το γεγονός δημιούργησε σοβαρή κρίση ανάμεσα σε Γαλλία και Γερμανία, η οποία έγινε γνωστή ως η Κρίση του Αγαδιρ. Η κρίση τελείωσε με συνθήκη ειρήνης ανάμεσα σε Γάλλους και Γερμανούς, με την ανταλλαγή του Αγαδιρ με τμήμα του γαλλικού Κονγκό, που επέτρεψε στην Γαλλία την δημιουργία του Γαλλικού Προτεκτοράτου του Μαρόκου. Γαλλία και Μ. Βρετανία οδηγήθηκαν στο να παραμερίσουν τις παραδοσιακές αποικιακής φύσης διαφορές τους και να έρθουν σε συνεννόηση.

Η δημιουργία δύο στρατοπέδων, των Κεντρικών Αυτοκρατοριών (Γερμανία, Αυστρία και Οθωμανική Αυτοκρατορία) και της Εγκαρδιας Συνεννόησης (Βρετανική Αυτοκρατορία, Γαλλία, Ρωσική Αυτοκρατορία) οδήγησε τελικά σε έναν δραματικό περιορισμό των διπλωματικών ελιγμών. Ο Ά Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ένα διπλωματικό ατύχημα με συνεχείς κηρυξεις πολέμου από όλους σε όλους. Κανείς τότε δεν μπορουσε να φανταστεί την διάρκεια και την βιαιότητα του πολέμου.
Ο πόλεμος των δύο μετώπων
Ο επιχειρησιακός σχεδιασμός του Στρατού της Γερμανίας είχε να κάνει με την δημιουργία δύο μετώπων, του δυτικού και του ανατολικού. Το λεγόμενο Σχέδιο Schlieffen (Σλίφεν), από το όνομα του Στρατάρχη Alfred von Schlieffen, προέβλεπε εισβολή στην Γαλλία από την Ολλανδία και το Βέλγιο και μετά από μια γρήγορη συνθηκολόγηση της Γαλλίας, η Γερμανία θα μπορούσε να ρίξει όλες της τις δυνάμεις στο ανατολικό μέτωπο εναντίον της Ρωσίας. O πατέρας της θεωρίας του πολέμου, ο Clausewitz αναφέρει τρεις προϋποθέσεις για την ήττα ενός αντιπάλου: την καταστροφή του στρατού του, την κατάληψη της πρωτεύουσάς του και την εκτέλεση αποτελεσματικού χτυπήματος εναντίον ενός ισχυρού συμμάχου. Το Σχέδιο Σλίφεν προέβλεπε την αποφασιστική μάχη στα ενδότερα του εχθρού, η οποία σύμφωνα με τον Clausewitz, παράγει πιο αποφασιστικά αποτελέσματα αλλά χρειάζεται πολύ μεγαλύτερη προσπάθεια για να επιτευχθεί από την μάχη στα σύνορα. Η συνέπεια ήταν ότι στην Μάχη του Μάρνη οι γερμανικές δυνάμεις υπέφεραν από εξάντληση και προβλήματα επιμελητείας. Όπως λέμε στην στρατιωτική γλώσσα, οι γερμανικές δυνάμεις είχαν περάσει το σημείο κορύφωσης της δράσης τους.

Το Σχέδιο Σλίφεν στηριζόταν στην γρήγορη ήττα του αντιπάλου, αντ’ αυτού το δυτικό μέτωπο σταθεροποιήθηκε και εξελίχθηκε σε έναν αγώνα ισοζυγίου ανδρών, δηλαδή ποιός από τους δύο αντιπάλους θα έφτανε στο σημείο να μην είναι σε θέση να συνεχίσει τις επιχειρήσεις. Αυτό το αδιέξοδο (stalemate) οδήγησε σε μία νέα μορφή πολέμου, τον πόλεμο των χαρακωμάτων.
Στα χαρακώματα
Τα καταστροφικά όπλα που είχαν αναπτυχθεί (βαρύ πυροβολικό και αεροσκάφη) προκαλούσαν τρομακτικές απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό. Για αυτό τον λόγο δημιουργήθηκαν αμυντικές ζώνες που σκάβονταν και χτίζονταν στο έδαφος. Αυτά προστάτευαν ως ένα βαθμό από τα καταστροφικά όπλα και τον χημικό πόλεμο (περισσότερα για τον χημικό πόλεμο μπορείτε να διαβάσετε εδώ). Παράλληλα όμως, οδήγησε σε έναν πιο άγριο πόλεμο με πολλούς θανάτους καθώς οι στρατιώτες αναγάζονταν να σκαρφαλώνουν μέχρι την κορυφή των χαρακωμάτων και να εφορμούν εφ όπλου λόγχη υπό ασταμάτητο καταιγισμό πυρών.

Ζωή στα χαρακώματα (Imperial War Museums)
Για την ζωή και τον πόλεμο στα χαρακώματα, όπου οι στρατιώτες έμεναν για μήνες, σημαντικό ντοκουμέντο είναι το βιβλίο του Στρατή Μυριβήλη, Η Ζωή εν τάφω:
“…Κάηκε κατά λάθος μέσα στα βουλγάρικα χαρακώματα που πατήσαμε, την ώρα που οι εκκαθαριστές, με τα κοντομάχαιρα στη φούχτα και με το συνεργείο των «φλογοβόλων», ξεπαστρεύανε τους τελευταίους οχτρούς, που απόμειναν κρυμμένοι από φόβο για από μπαμπεσιά μέσα στ’ αμπριά της κυριεμένης γραμμής. Τον έκαψε ένας φραντσέζος, υποδεκανέας στην «ειδικότητα του υγρού πυρός». Αυτό το συνεργείο το κολλήσανε στο Σύνταγμά μας κείνη τη φοβερή κι εξαιρετική μέρα, γιατί εμείς οι βαλκάνιοι δεν είχαμε τότες ακόμα στα μηχανικά μας πολεμικά μέσα τέτοιας λογής ευρωπαϊκές «ειδικότητες».
Το λοιπόν ο φραντσέζος αυτός, την ώρα που λαντουρούσε με το μασούρι της συσκευής του μια γλώσσα τρεχούμενης φωτιάς μέσα σ’ ένα βουλγάρικο αμπρί, πήρε μια τραβηχτή μαχαιριά στ’ αποικοίλι από έναν κρυμμένο βούλγαρο. Ώσπου να παραδώσει, σπαρταρώντας σαν το ψάρι με τ’ άντερα έξω (το μηχάνημα της συσκευής του δούλευε), και με τα νύχια γαντζωμένα πα στο σουληνάρι της εκτόξευσης, σκόρπιζε ακόμα το συντριβάνι της φωτιάς όπου λάχαινε.
[…]
Ήτανε, μπορεί να πει κανείς, τυχεροί κιόλας όσοι έλαχε να πεθάνουνε μέσα στα χαρακώματα ή εκεί κοντά στα προπετάσματα ένα γύρω. Γιατί οι άλλοι, που πέσανε στο ξέσκεπο, σάπιζαν άθαφτοι έξω απ’ τα συρματοπλέγματα, και κάθε λίγο ξέσκιζαν τις κοιλιές τους οι εκρήξεις κι έκαναν τα κουφάρια να πηδούνε πάνω απ’ το χώμα. Κατόπι ήρθε η βροχή και μέρες τους έδερνε μέσα στα μαύρα στόματα που χάσκανε, και τους χτυπούσε στα στυλωμένα μάτια. Κι οι οβίδες που χιμούσαν με ακατανόητη μανία πάνω σ’ αυτούς τους φουκαράδες νεκρούς, βουτούσανε σαν γουρούνες στις λάσπες, τους πιτσίλιζαν ελεεινά και τους έκαναν καμιά φορά με τον τρανταγμό ν’ ανασηκώνουνται, σα να ζωντάνευαν για λίγο, να μετατοπίζουν τα μέλη τους απότομα, να κλωτσάνε και ν’ ανοίγουν άσκημα τα σκέλια”.

Η ανακωχή των Χριστουγέννων
Τις ημέρες των πρώτων Χριστουγέννων του πολέμου, Γερμανοί και Βρετανοί στρατιώτες άρχισαν να εύχονται φωναχτά η μία πλευρά στην άλλη. Με λευκές σημαίες συναντήθηκαν στην ουδέτερη ζώνη και άρχισαν να ανταλλάσσουν δώρα: τσιγάρα, αλκοόλ, σοκολάτες μέχρι και κουμπιά των στολών τους. Μαρτυρίες μάλιστα ανέφεραν ότι διεξήχθηκαν μέχρι και ποδοσφαιρικοί αγώνες μεταξύ Γερμανών και Βρετανών στρατιωτών. Όσο διήρκεσε η ανεπίσημη ανακωχή, οι δύο πλευρές περισυνέλεξαν τους νεκρούς τους και φρόντισαν τους τραυματίες τους.
Μέχρι σήμερα το γεγονός αποτελεί μια αδιάψευστη απόδειξη ότι ακόμη και στο μεγαλύτερο σκοτάδι, όπως ένας μεγάλος φονικός πόλεμος, οι άνθρωποι μπορούν να διακρίνουν ότι αυτά που τους χωρίζουν είναι λιγότερα από αυτά που τους ενώνουν.

Δημοσιεύεται στο methormisakathektou.politics.blog
