17-12-2023
Από τον πόλεμο στα Falklands είναι δυνατόν να αντληθούν πολλά διδάγματα που έχουν να κάνουν με την σωστή εκτίμηση προθέσεων, την ανάληψη υπερπόντιων ναυτικών εκστρατειών και την λύση ζητημάτων διοικητικής μέριμνας. Σημαντικό δίδαγμα είναι επίσης το πώς η καταστροφή στόχου ενδιάφεροντος – όπως ήταν αυτή του General Belgrano – μπορεί να λειτουργήσει ως μία αποτελεσματική ψυχολογική ενέργεια προκαλώντας την κατάρρευση του ηθικού του αντιπάλου με συνέπεια την ήττα του.
Γράφει ο Παναγιώτης Γέροντας, Ιστορικός-Συγγραφέας

Το παρακάτω κείμενο ασχολείται με τον πόλεμο των Falklands με σκοπό να αναδειχθούν χρήσιμα επιχειρησιακά διδάγματα. Ως γενική εισαγωγή ο πόλεμος των Falklands που ξεκίνησε με εισβολή των Αργεντίνων στα νησιά Falklands τον Απρίλιο του 1982, οδήγησε σε μία δυναμική επέμβαση των Βρετανών και έληξε με ήττα των πρώτων, αποτελεί ένα διαχρονικό παράδειγμα της σημασίας της προβολής της ναυτικής ισχύος και το πώς αυτή είναι ένας καθοριστικός παράγοντας δημιουργίας και διατήρησης υπερπόντιας εξουσίας. Με απλά λόγια, μια χώρα που θέλει να λογίζεται ως Μ. Δύναμη, δεν μπορεί να μην είναι σε θέση να προβάλει ναυτική ισχύ σε όλες τις κτήσεις της ανά πάσα στιγμή με τρόπο που να παράγει αποφασιστικά αποτελέσματα.
Πριν τον πόλεμο – πώς οι Αργεντίνοι αποφάσισαν την εισβολή
Παρ’όλο που υπήρχαν διπλωματικές συνομιλίες για τα νησιά Falklands και η αργεντίνικη χούντα αντιμετώπιζε σημαντικές οικονομικές δυσκολίες, η Αργεντινή δεν φαινόταν διατεθειμένη να εισβάλει στα νησιά. Η αντίληψή τους ότι η βρετανική ναυτική δύναμη ευρισκόταν σε κάμψη είναι που τούς ώθησε σε αυτήν την ενέργεια. Η δημόσια ανακοίνωση περί μειώσεως συμβατικών ναυτικών βάσεων για την αγορά υποβρυχίων τύπου Trident (SSBN) και η παύση περιπολιών του πλοίου υποστήριξης HMS Endurance στον Ανταρκτικό έδωσαν την εντύπωση της απόσυρσης στους Αργεντίνους. Το πιο σημαντικό όμως «τεστ» της βρετανικής αντίδρασης ήταν η εισβολή του Ναυτικού της Αργεντινής στην ανατολική όχθη του νησιού South Georgia στο οποίο οι Βρετανοί Royal Marines αναγκάστηκαν να παραδοθούν αφού όμως κατέρριψαν ένα αργεντίνικο ελικόπτερο και έπληξαν την κορβέτα Guerrico πολλές φορές. Αυτή η δράση δεν έφερε κάποια σημαντική βρετανική αντίδραση.

Στις 26 Μαρτίου ο Αργεντίνικος Στόλος ευρισκόταν εν πλω χωρίς να είναι γνωστές η κατεύθυνση και οι προθέσεις του. Η έξοδος του στόλου της Αργεντινής δεν έφθασε στα ανώτατα ηγετικά κλιμάκια της Μ. Βρετανίας παρά αρκετά καθυστερημένα, την 1η Απριλίου, όταν η βρετανική ηγεσία ενημερώθηκε ότι η αργεντίνικη δύναμη (task force) είχε ως στόχο την απόβαση στα νησιά. Μέχρι τις 19 Απριλίου η διπλωματία είχε ολοκληρωτικά καταρρεύσει καθώς η Αργεντινή επιθυμούσε πλήρη κυριαρχία στα νησιά, ενώ η Μ. Βρετανία επιθυμούσε την αποχώρηση των αργεντίνικων δυνάμεων από αυτά πριν ξεκινήσουν οι συνομιλίες.
Η βρετανική εκστρατεία
Οι Βρετανοί συγκρότησαν μια task force[1] από δύο αεροπλανοφόρα, αντιτορπιλικά, φρεγάτες και άλλα πλοία υποστήριξης. Η δύναμη αυτή είχε την αεροπορική υποστήριξη 20 Sea Harriers καθώς και διαφόρων τύπων ελικοπτέρων. Η πιο κοντινή βάση ανεφοδιασμού και υποστήριξης για τους Βρετανούς ήταν το Νησί της Αναλήψεως που απέχει περισσότερα από 4.000 μίλια από τα Falklands. Η αεροπορία της Αργεντινής αντέτασσε 180 μαχητικά – βομβαρδιστικά[2] ανάμεσα στα οποία συγκαταλέγονταν και Mirage III, Α-4 Skyhawks καθώς και ομάδες μεταγωγικών, βοηθητικών και εκπαιδευτικών συγκροτώντας μια δύναμη 450 αεροσκαφών. Η Ναυτική Αεροπορία της Αργεντινής προσέθετε άλλα 130 αεροσκάφη μεταξύ αυτών και 6 Super Étendard που έφεραν πυραύλους Exocet[3].
Το κυριότερο πρόβλημα ήταν η απόσταση. Τα Falklands απέχουν από την Μ. Βρετανία 8.000 ναυτικά μίλια και η πιο κοντινή βάση ήταν, όπως αναφέρθηκε, το Νησί της Αναλήψεως. Η Μεγάλη Βρετανία δεν ήταν η θαλασσοκράτειρα του παρελθόντος και έχοντας ενστερνιστεί τον νέο της ρόλο στο ΝΑΤΟ είχεπεριορίσει τις ικανότητές της για υπερπόντιες εκστρατείες. Ο χρόνος μάλιστα λειτούργησε υπέρ των Βρετανών καθώς 18 μήνες μετά θα είχαν παροπλίσει τα αεροπλανοφόρα Hermes και Invincible που ήταν η καρδιά της βρετανικής task force[4].

Η απόσταση δημιουργούσε δυσεπίλυτα προβλήματα διοικητικής μέριμνας. Αυτά οι Βρετανοί τα έλυσαν με εμπορικά πλοία, 54 στον αριθμό, με τα πιο γνωστά να είναι τα Canberra και Queen Elizabeth 2, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για μεταφορά προσωπικού. Τα εμπορικά πλοία ανέλαβαν μια σειρά από πολλούς ρόλους από τάνκερς μέχρι νοσοκομειακά[5]. Η βάση στο Νησί της Αναλήψεως ήταν πολύ μακριά για να χρησιμοποιηθεί επιχειρησιακά, αλλά χρησιμοποιήθηκε για μεταφορά προσωπικού που μετέβη εκεί από αέρος και συνέχισε το ταξίδι δια θαλάσσης. Για τον ανεφοδιασμό των Harriers χρησιμοποιήθηκε ο ανεφοδιασμός στον αέρα.
Ο ΑΝΣΚ του Βρετανού διοικητή της task force ήταν ο ακόλουθος: επίτευξη αποχώρησης των δυνάμεων της Αργεντινής και αποκατάσταση της βρετανικής διοίκησης στα νησιά με το μικρότερο δυνατό κόστος σε ανθρώπινες ζωές. Η ανακατάληψη της νήσου South Georgia δεν ήταν στον αρχικό σχεδιασμό αλλά υπήρχε η διάθεση επίδειξης στρατιωτικής υπεροχής. Παρ’ όλα αυτά η επιχείρηση ήταν μια παρ’ ολίγον καταστροφή καθώς στην προσπάθεια εξακρίβωσης των θέσεων των αργεντίνικων δυνάμεων, ένα ελικόπτερο κόλλησε στον παγετώνα Φορτούνα, δύο ελικόπτερα έπεσαν επιχειρώντας την διάσωση του πληρώματος με το τρίτο να τα καταφέρνει. Τελικά η επιχείρηση στέφθηκε με επιτυχία καθώς εβλήθη αποφασιστικά το αργεντίνικο υποβρύχιο Santa Fe και αποβιβάστηκε ικανός αριθμός πεζοναυτών που κατόρθωσε να εξουδετερώσει τις εχθρικές δυνάμεις και να ανακτήσει τον έλεγχο του νησιού. Η Μ. Βρετανία είχε πετύχει αυτό που ήθελε στην κοινή γνώμη, το να παρουσιάσει μια εύκολη νίκη αφού μάλιστα οι στρατιώτες της Αργεντινής δεν προέβαλαν αντίσταση.
Στην συνέχεια στις 30 Απριλίου, ανακηρύχθηκε από τους Βρετανούς ζώνη αποκλεισμού 200 ναυτικών μιλίων που οριοθετούσε την συμπλοκή. Είσοδος εντός των ορίων αυτής σήμαινε άμεσο κίνδυνο προσβολής. Με το παραπάνω συνδέεται ασφαλώς η προσβολή και βύθιση του αργεντίνικου καταδρομικού General Belgrano από το βρετανικό υποβρύχιο Conqueror. Το Belgrano έπλεε εκτός της ζώνης αποκλεισμού αλλά το σημαντικό σε αυτή την περίπτωση είναι ότι για να παραβιαστούν οι κανόνες εμπλοκής[6] που οι ίδιοι οι Βρετανοί είχαν καθορίσει, χρειάστηκε να δώσει την εντολή η ίδια η πρωθυπουργός Margaret Thatcher.

Μετά το χτύπημα ανακοινώθηκε ότι όποιο πλοίο ή αεροσκάφος της Αργεντινής ξεπεράσει τα 12 μίλια από την ακτή της χώρας, θα αντιμετωπιστεί ως εχθρικό. Αυτό έσπασε ολοκληρωτικά το ηθικό του Αργεντίνικου Ναυτικού. Όλα τα πλοία επανέπλευσαν στις βάσεις τους και μόνο μερικά περιπολικά και πλοία ανεφοδιασμού επιχείρησαν να διασπάσουν τον αποκλεισμό. Η μεγάλη ναυτική μάχη δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Αντίθετα, η Πολεμική Αεροπορία της Αργεντινής είχε μεγάλες απώλειες χάνοντας πάνω από 90 αεροσκάφη, μέσα σε αυτά 26 Mirage και 31 Skyhawks[7].

Το καταδρομικό General Belgrano ενώ βυθίζεται. Η φωτογραφία έχει ληφθεί από σωσίβια λέμβο του ίδιου του Belgrano (φωτογράφος: Lieutenant Sgut)
Συμπεράσματα
Ο πόλεμος ως πολιτικό φαινόμενο σχετίζεται με την σχέση κόστους – ωφελείας. Με απλά λόγια, ένας δρων επιλέγει την λύση του πολέμου – θυμίζουμε εδώ την διδασκαλία του Clausewitz ότι ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα – όταν εκτιμά ότι η ωφέλεια που θα έχει θα είναι μεγαλύτερη από το ενδεχόμενο κόστος. Αυτή η ένοπλη σύγκρουση προέκυψε μετά από δύο υποθέσεις. Η Αργεντινή υπέθεσε ότι η Μ. Βρετανία δεν θα αντιδράσει και η Μ. Βρετανία ότι η Αργεντινή δεν θα τολμήσει. Τελικά η Αργεντινή τόλμησε και η Μ. Βρετανία αντέδρασε. Οι Βρετανοί δεν αντελήφθησαν το ιδιαίτερο συναισθηματικό βάρος που έχουν αυτά τα νησιά για τον αργεντίνικο λαό και οι Αργεντίνοι δεν υπολόγισαν την δύναμη του θιγμένου βρετανικού αυτοκρατορικού εγωισμού. Είναι αληθές ότι η Μ. Βρετανία ποτέ δεν είδε ρεαλιστικά μια πολιτική λύση του προβλήματος.
Στο επιχειρησιακό κομμάτι, διδάγματα ανακύπτουν στο πώς η Μ. Βρετανία έλυσε τα ζητήματα διοικητικής μέριμνας με την χρήση εμπορικών/πολιτικών πλοίων καθώς και την χρήση της βάσης στο Νησί της Αναλήψεως. Σημαντικό στοιχείο είναι επίσης και η παραβίαση των κανόνων εμπλοκής με εντολή της ίδιας της Βρετανίδας πρωθυπουργού που οδήγησε στην βύθιση του Belgrano. Πρόκειται για μια ψυχολογική ενέργεια που με φυσική προσβολή (physical destruction) μονάδος ενδιαφέροντος ουσιαστικά επέφερε αποφασιστικό πλήγμα στο ηθικό του εχθρού.
[1] Ο όρος σημαίνει μια ένοπλη ομάδα για στρατιωτική επιχείρηση. Στο κείμενο θα χρησιμοποιείται ο αγγλικός όρος task force.
[2] Fighter – Bomber Aircrafts: πρόκειται για μαχητικά τα οποία έχουν υποστεί μετασκευή για να λειτουργούν και ως ελαφρά βομβαρδιστικά.
[3] Ralph M. Bruner, “Soviet Military Science and the Falklands Conflict” ,US Naval Institute Proceedings, December 1985, 145.
[4] Gerald W. Hopple, “Intelligence and Warning: Implications and Lessons of the Falkland Islands War”, World Politics, 36,3 (Apr. 1984): 351
[5] Lawrence Freedman, “The War of the Falkland Islands, 1982”, Foreign Affairs 61, 1 (Fall 1982): 202.
[6] Οι κανόνες εμπλοκής (Rules of Engagement ROE) είναι κανόνες ή οδηγίες προς στρατιωτικές δυνάμεις (ακόμη και άτομα) που καθορίζουν τις προϋποθέσεις, τις συνθήκες, τον βαθμό και τον τρόπο χρήσης της στρατιωτικής ισχύος, ή τις ενέργειες που μπορούν να εφαρμοστούν ή να εκληφθούν ως προκλητικές. NATO document MC 362/1
[7] Freedman, ο.π., σελ 206.
Δημοσιεύεται στο methormisakathektou.politics.blog
