Όψεις της Τριπλής Κατοχής της Ελλάδος – του Παναγιώτη Γέροντα

13-12-2023

Γράφει ο Παναγιώτης Γέροντας, Ιστορικός-Συγγραφέας

Η Κατοχή στην χώρα ήταν τριπλή. Οι Γερμανοί είχαν περιοριστεί σε κάποιους θύλακες, οι Ιταλοί ήλεγχαν ένα μεγάλο κομμάτι της Ελλάδας, ενώ μεγάλο μέρος της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης κατείχαν οι Βούλγαροι. Οι τελευταίοι δεν έχασαν καιρό καθώς προχώρησαν άμεσα στον μεθοδικό αφελληνισμό της περιοχής. Αυτή ονομάστηκε από τους Βουλγάρους «Μπελομόριε» (Αιγαΐδα) και έγινε προσπάθεια να αλλάξουν τα πάντα: ονομασίες, δρόμοι, εκκλησίες κ.α. Μαζί με τους Έλληνες μαρτύρησαν και οι Πομάκοι τους οποίους τούς έλεγαν «παραστρατημένους Βουλγάρους».

Οι διώξεις Ελλήνων, Πομάκων και μουσουλμάνων έλαβε τρομακτικές διαστάσεις, ενώ ο δριμύς χειμώνας του 1942-3 εξόντωσε πολλούς κατοίκους. Ο εκβουλγαρισμός της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης αποτελούσε τον κύριο σκοπό των βουλγαρικών δυνάμεων κατοχής. Πρόθεσή τους η μόνιμη προσάρτηση με αποτέλεσμα να μην μείνει ούτε ίχνος ελληνικής κυριαρχίας. Έτσι, επέβαλαν την οικειοθελή αποχώρηση του ελληνικού πληθυσμού προς την γερμανοκρατούμενη – ιταλοκρατούμενη Ελλάδα με μόνη περιουσία ένα μικρό δέμα ρούχων και τριακόσια λέβα. Κάποιοι έφυγαν, οι περισσότεροι όμως υπέμειναν καρτερικά τις κακουχίες.

Τα παραπάνω οδήγησαν στην εξέγερση της Δράμας στις 28 Σεπτεμβρίου 1941. Στόχος των αντάρτικων επιθέσεων ήταν κυρίως αστυνομικοί, αγροφύλακες, δήμαρχοι, κοινοτάρχες και άλλοι φορείς της κρατικής βουλγαρικής εξουσίας καθώς και συνεργάτες των Βουλγάρων. Τα βουλγαρικά αντίποινα ήταν άμεσα, μαζικά και σε μια μεγαλύτερη περιοχή από την περιοχή εκδήλωσης των αντάρτικων επιθέσεων. Τα αντίποινα αφορούσαν σε πενήντα οικισμούς του νομού Δράμας, σε τριάντα έξι οικισμούς του νομού Σερρών και σε δεκαπέντε οικισμούς του νομού Καβάλας. Τα θύματα από ελληνικής πλευράς ξεπέρασαν τους 2.000 νεκρούς με ορισμένες εκτιμήσεις να μιλούν και για 4.000 με 5.000 νεκρούς [Χατζηαναστασίου, Τάσος (2004). «Προσωπική και συλλογική μνήμη από τις εμπειρίες της βουλγαρικής κατοχής στην ανατολική Μακεδονία (1941-1944)». Στο: Mark Mazower. Μετά τον Πόλεμο. Η ανασυγκρότηση της οικογένειας του έθνους και του κράτους στην Ελλάδα, 1943- 1960. Μετάφραση από τα αγγλικά: Ειρήνη Θεοφυλακτοπούλου (2η αναθεωρημένη έκδοση). Αθήνα: Εκδόσεις Αλεξάνδρεια και Φλάισερ, Χάγκεν (2009). Στέμμα και σβάστικα. Η Ελλάδας της Κατοχής και της Αντίστασης, 1941-1944)].

Η Βουλγαρία κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με κατοχή ελληνικών εδαφών της Αν. Μακεδονίας και Θράκης.
Βούλγαροι κομιτατζήδες το 1941

Και οι Γερμανοί κατακτητές όμως δεν υστερούσαν σε θηριωδίες με πιο γνωστή το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων. Στις 16 Οκτωβρίου 1943 ο 5ος λόχος του 749 Συντάγματος που ανήκε στην 117 Μεραρχία της Βέρμαχτ με έδρα το Αίγιο, με 105 άνδρες και επικεφαλής τον Αυστριακό λοχαγό Χανς Σόμπερ (Schober) ξεκίνησε για ανιχνευτική αποστολή στην ορεινή περιοχή των Καλαβρύτων προς εντοπισμό θέσεων ανταρτών. Στην περιοχή μεταξύ Ρωγών – Κερπινής δέχτηκε επίθεση από ομάδα 350 ανταρτών του εφεδρικού τάγματος Καλαβρύτων με επικεφαλής τους Νικολόπουλο, Σφακιανό, Βελιά (Κατσικόπουλο) και Νίκο Μουτούση (αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού που είχε ενταχθεί στον ΕΛΑΣ). Στην μάχη της Κερπινής αιχμαλωτίστηκαν 78 Γερμανοί, οι οποίοι και εκτελέστηκαν. Οι Γερμανοί αποφάσισαν σκληρά αντίποινα επί του αμάχου πληθυσμού. Η «Επιχείρηση Καλάβρυτα» ξεκίνησε στις 3 Δεκεμβρίου, όταν οι γερμανικές δυνάμεις άρχισαν να συγκεντρώνονται στην ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων από την Πάτρα, το Αίγιο, τον Πύργο και την Τρίπολη. Στις 9 Δεκεμβρίου, έφθασαν στα Καλάβρυτα και στην αρχή καθησύχασαν τους κατοίκους υποστηρίζοντας ότι είχαν καταφθάσει με σκοπό την εξόντωση των ανταρτών και μόνο. Κάλεσαν μάλιστα όσους είχαν εγκαταλείψει τα Καλάβρυτα να επιστρέψουν χωρίς να έχουν φόβο. Στη συνέχεια, πυρπόλησαν τα σπίτια που ανήκαν σε αντάρτες, ενώ αναζήτησαν την τύχη των Γερμανών τραυματιών της μάχης της Κερπινής.

Αναπάντεχα, στις 13 Δεκεμβρίου το πρωί, συγκέντρωσαν όλο τον πληθυσμό στην κεντρική πλατεία και οδήγησαν τον άρρενα πληθυσμό άνω των 13 ετών σε μια επικλινή τοποθεσία που λεγόταν «Ράχη του Καπή», ενώ τα γυναικόπαιδα τα κλείδωσαν στο σχολείο. Με ριπές πολυβόλων εκτέλεσαν όλο τον άρρενα πληθυσμό των Καλαβρύτων, οκτακόσιοι (800) συνολικά άνθρωποι. Μόνο δεκατρείς Καλαβρυτινοί κατόρθωσαν να σωθουν, επειδή είχαν καλυφθεί με πτώματα και οι Γερμανοί τους θεώρησαν νεκρούς. Το έγκλημα ολοκληρώθηκε με την πυρπόληση σχεδόν όλων των σπιτιών της πόλης, ενώ τα γυναικόπαιδα στο σχολείο κατάφεραν να διασωθούν, ίσως και με την βοήθεια κάποιου Αυστριακού φρουρού που τελικά άνοιξε την πόρτα. Σχετικά με την σύνδεση της εκτέλεσης των Γερμανών αιχμαλώτων με την ανείπωτη θηριωδία στα Καλάβρυτα εκτίθενται τα λόγια του Κομνηνού Πυρομάγλου, ο οποίος μάλιστα ανήκε στον «αντίπαλο του ΕΑΜ» ΕΔΕΣ (Η. Παπαστεργιόπουλος, Ο Μωρηάς στα όπλα, τόμος Δ΄, σελ 224-253): «… Μετά την πλήρην κατάληψιν, υπό των Συμμαχικών Στρατευμάτων της Νοτίου Ιταλίας, ως και την απελευθέρωσιν της Βορείου Αφρικής η Πελοπόννησος και η Δυτική Στερεά εθεωρήθησαν υπό του Γερμανικού Επιτελείου “ως πρώτη γραμμή μετώπου”, εις τα μετόπισθεν της οποίας θα έπρεπε να εξουδετερωθή πάσα ανταρτική κίνησις “εν ανάγκη και να ερημωθή η περιοχή”. Το Γερμανικόν Επιτελείον, φοβούμενον κατάληψιν της Επτανήσου, και αποβάσεις εις τα δυτικάς ακτάς της Ελλάδος (ανεμένετο άλλωστε μία τοιαύτη συμμαχική ενέργεια) αποφάσισε να ενεργήση όχι μόνον εκκαθαριστικάς επιχειρήσεις εναντίον των Ελλήνων ανταρτών, αλλά και να περάσει δια πυρός και σιδηρου κατοίκους και χωρία της ορεινής περιοχής της Ελλάδος […] Αι σφαγαί και δηώσεις των Καλαβρύτων δεν υπήρξαν ενέργεια μεμονωμένη των Γερμανών. Υπήρξε μια εκ των ενεργειών ενός γενικώτερου σχεδίου του Γερμανικού Επιτελείου, εις βάρος των αμάχων ελληνικών πληθυσμών. Απομόνωσις του δράματος των Καλαβρύτων προδίδει, νομίζομεν, ηθελημένην εκμετάλλευσιν. Η καταστροφή των Καλαβρύτων έλαβε χώραν την 13ην Δεκεμβρίου 1943 και η εκτέλεσις των Γερμανών αιχμαλώτων εγένετο την νύκτα της 13ης προς την 14η Δεκεμβρίου 1943».

“Η Ράχη του Καπή” όπου εκτελέστηκαν 800 Καλάβρυτινοί.

Η Κατοχή όμως είχε και άλλες πλευρές που έθεταν εν αμφιβόλω την εθνική κυριαρχία της χώρας σε ενδεχόμενη νίκη του Άξονα στον πόλεμο, πράγμα που ευτυχώς δεν έγινε. Οι Ιταλοί ιδιαίτερα προωθούσαν τις επιδιώξεις των Αλβανών Τσάμηδων στην Ήπειρο, ενώ επιχείρησαν να προσεταιριστούν και τους Έλληνες Βλάχους με την δημιουργία της «Ρωμαϊκής Λεγεώνας» που συγκροτήθηκε από τον Αλκιβιάδη Διαμάντη, βλαχόφωνο δικηγόρο από την Θεσσαλία που ενεργούσε υπό τις εντολές της Ιταλίας και της Ρουμανίας. Σκοπός του ήταν η ίδρυση ιταλικού βλάχικου προτεκτοράτου στην Πίνδο. Οι Έλληνες Βλάχοι για μία ακόμη φορά απέδειξαν την ελληνικότητά τους με την ολοκληρωτική αδιαφορία τους στα σχέδια αυτά. Ο Ευάγγελος Αβέρωφ – Τοσίτσας ιδιαίτερα, δικηγόρος, πολιτικός και συγγραφέας γεννηθείς στα Τρίκαλα και με καταγωγή από το Μέτσοβο, τον Μάιο του 1941 ίδρυσε στην Λάρισα την οργάνωση Φιλική Εταιρεία που είχε ως στόχο την καταπολέμηση των δωσίλογων του Αλκιβιάδη Διαμάντη. Το 1942 συνελήφθη για αντιστασιακή δραστηριότητα και μεταφέρθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Ιταλία από το οποίο δραπέτευσε παραμένοντας στην Ιταλία επικεφαλής ελληνικής αντιστασιακής οργάνωσης. Το 1944 επιστρατεύθηκε με τον βαθμό του επίκουρου υποπλοιάρχου, υπηρετώντας μέχρι το τέλος του πολέμου στην Ελληνική Στρατιωτική Αποστολή της Ρώμης.

Ο Ευάγγελος Αβέρωφ – Τοσίτσας, ο οποίος εργάστηκε με ζήλο υπέρ του Ελληνισμού στην Θεσσαλία και την Ήπειρο κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Από τους κορυφαίους πολιτικούς της μεταπολεμικής και μεταπολιτευτικής περιόδου. Πολλές φορές Υπουργός, ενώ υπήρξε και πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας από το 1981 ως το 1984.

Και στον ιδεολογικό τομέα οι Γερμανοί κατακτητές προσπαθούν να σπάσουν το φρόνημα του ελληνικού λαού. Ο Έλληνας σε όλη του την ιστορία νιώθει «να περνά εξετάσεις» από τους Δυτικούς. Είναι «αρκετά καλός», «αρκετά άξιος» να φέρει το όνομα των Αρχαίων Ελλήνων; Αυτό το ψυχολογικό τραύμα το γνώριζαν πολύ καλά οι κατακτητές και τα εγχώρια όργανά τους. Μέχρι και οι απόψεις του Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράυερ περί σλαβικής καταγωγής των νεοελλήνων επανήλθαν. Έγραφε πολύ χαρακτηριστικά η δωσιλογική εφημερίδα «Νέα Ευρώπη» από την Θεσσαλονίκη: «Όταν ομιλούμε για ενδιαφέροντα του Ελληνικού λαού, εννοούμε με αυτό τον χαρακτηρισμό αποκλειστικά και μόνο τα ενδιαφέροντα που συνδέονται με την διατροφή του. Για τον Έλληνα δεν υπάρχει τίποτα άλλον εκτός από το στομάχι του, που αποτελεί το κέντρον όλων του των σκέψεων και όλης του της ενεργητικότητος. Στο βάθος αυτό γινόταν σχεδόν πάντοτε. Ο ατομικισμός ήταν πάντοτε η κινητήριος δύναμις για τα άτομα και ο υπέρτατος νόμος για το σύνολο […] Ιδανικά δεν έχομεν πια […] Ως λαός, ως συνεχόμενη λαϊκή ενότητα είναι σαν να μην υπάρχομε πια καθόλου […] Σήμερα είναι διαφορετικά. Σήμερα έχομε για κριτάς τους εκπροσώπους ενός εξαιρετικά πολιτισμένου λαού, του γερμανικού λαού, για τον οποίον το πνεύμα της λαϊκής ενότητος και της κοινωνικής αλληλεγγύης έχι γίνει βασική αρχή της ζωής. Το ότι σε στις εξετάσεις αυτές βαθμολογούμεθα με ένα μεγάλο, στρογγυλό μηδενικό είναι δυστυχως μαι θλιβερή πραγματικότητα» [Πατρικίου Αλεξάνδρα, “Η Ευρώπη της Νέας Ευρώπης’: Απεικονίσεις της Γηραιάς Ηπείρου σε μία δοσιλογική εφημερίδα της Θεσσαλονίκης, 1941-44”, Ίστωρ 15 (2009)].

Φύλλο της δωσιλογικής εφημερίδας “Νέα Ευρώπη”

Δημοσιεύεται στο methormisakathektou.politics.blog