Σε σταυροδρόμι η Τουρκία ▪Τα οικονομικά θα καθορίσουν αποτελέσματα και μετεκλογικές επιλογές

7-5-2023

Γράφει ο Δρ Αθανάσιος Ε. Δρούγος, Διεθνολόγος – Γεωστρατηγικός Αναλυτής

Την άλλη Κυριακή   θα διεξαχθούν στη Τουρκία  βουλευτικές και προεδρικές εκλογές, τις οποίες πολλοί αναλυτές έχουν χαρακτηρίσει  ως τις πιο σημαντικές του 2023 και όχι μόνο. Τα περισσότερα πράγματα στην Τουρκία φαίνεται να βρίσκονται σε αναμονή, καθώς όλοι περιμένουν το αποτέλεσμα της εκλογικής αναμέτρησης. Ωστόσο, διπλωμάτες στην πρωτεύουσα της Τουρκίας, την Άγκυρα, είναι απασχολημένοι, προσπαθώντας να καταλάβουν αν  μια  ενδεχόμενη νίκη της αντιπολίτευσης θα προκαλέσει μια διπλωματική «στροφή». Πολλοί παρατηρητές εκτός Τουρκίας ως και  οι Ευρωπαίοι διπλωμάτες ειδικότερα θέλουν να μάθουν αν  η μετεκλογική Τουρκία θα επιστρέψει  συμμετοχικά στους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ και στη Δύση ή θα κινηθεί περαιτέρω προς τη Ρωσία και την αντιδυτική απολυταρχία κρατών όπως η Κίνα, η Λευκορωσία, το Ιράν κα.

Διπλωμάτες και ιστορικοί υποστηρίζουν ότι η απάντηση θα καθοριστεί από τα οικονομικά, και  όχι από τη γεωπολιτική. Οι περισσότεροι κάτοικοι της Τουρκίας ανησυχούν για τον πληθωρισμό και την υποτίμηση της λίρας, ενώ  η εξωτερική πολιτική παίζει υποτονικό  και μη-κυρίαρχο ρόλο στις εσωτερικές συζητήσεις. Οι Τούρκοι παρακολουθούν τις τιμές να αυξάνονται σχεδόν σε καθημερινή βάση , ενώ  η κυβέρνηση “καίει” τα αποθέματα ξένου συναλλάγματος καθώς προσπαθεί να αναβάλει την αναπόφευκτη κλιμάκωση των  δυσμενών οικονομικών τάσεων..Η οικονομική πραγματικότητα σημαίνει ότι όποιος κερδίσει στις 14 Μαΐου θα αναγκαστεί να διατηρήσει σχέσεις τόσο με Δυτικούς αγοραστές Τουρκικών εξαγωγών όσο και με Ρώσους και Κινέζους παρόχους βασικών εισαγωγών. Καλώς ή κακώς, αυτοί οι συμπληρωματικοί δεσμοί θα αποτρέψουν μια ριζική γεωπολιτική αναδιάταξη είτε υπό τον  Ερντογάν είτε υπό τον Κιλιτσντάρογλου.

Παρά το ρητορικό δυαδικό σύνολο που παρουσίασαν ο Ερντογάν και η αντιπολίτευση, η δέσμευση της Τουρκίας στην κυριαρχία υποδηλώνει ότι, ακόμη και σε περίπτωση νίκης της αντιπολίτευσης, η Τουρκία μπορεί να μην «στρέψει» διπλωματικά με τον τρόπο που θα ήθελαν ή θα περίμεναν ορισμένοι διεθνείς παρατηρητές. Βασιζόμενος στην συνεχή  μου έρευνα για τις σχέσεις Τουρκίας-Ρωσίας, έχω τονίσει  ότι στη Διπλωματική Ιστορία  η βάση για τη σύγχρονη Τουρκική εξωτερική πολιτική είναι πολύ πιο κοντά σε αυτήν ενός ‘ουδέτερου” Τρίτου Κόσμου με προσανατολισμό στην ανάπτυξη παρά προς ένα αφοσιωμένο μέλος του ΝΑΤΟ. Η ανεπιφύλακτη φιλοδυτική ευθυγράμμιση της Άγκυρας  των τελευταίων δεκαετιών  ήταν το προϊόν του πρώιμου Ψυχρού Πολέμου (από τα μέσα της δεκαετίας του 1950), ενώ οι Τούρκοι υπεύθυνοι για τη χάραξη εξωτερικής πολιτικής προσπάθησαν να εμπλακούν με τη Δύση,  και το έκαναν με τους δικούς τους όρους.

Αναφορικά με την Τουρκο-Ρωσική προσέγγιση  η προμήθεια  από την Τουρκία  των πυραύλων S-400 Ρωσικής κατασκευής απόδειξαν  ως  υπερβολικές τις προβλέψεις  και εκτιμήσεις  κάποιων ότι ο Ερντογάν ετοιμαζόταν να οδηγήσει την Τουρκία έξω από το ΝΑΤΟ. Από τη επικράτηση του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ επί των ξένων παρεμβατών στην ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας(πριν ένα αιώνα) οι υπεύθυνοι χάραξης εξωτερικής πολιτικής της Άγκυρας επεδίωκαν  έναν ανεξάρτητο ρόλο στην παγκόσμια πολιτική με ισχυρές διασυνδέσεις με τους Δυτικούς. Από τον Φεβρουάριο του 2022, όταν η θρασύδειλη και άθλια  προσπάθεια της Μόσχας να καταλάβει το Κίεβο αύξησε  εκθετικά τα γεωπολιτικά διακυβεύματα της συνοχής του ΝΑΤΟ, οι Δυτικοί σύμμαχοι έθεσαν ξανά ερωτήματα σχετικά με την θέση  της Τουρκίας.

Η Άγκυρα αρνήθηκε να συμμετάσχει στις δυτικές κυρώσεις στη Ρωσία και  η πρόσφατη  δημοσίευση έγγραφων  που διέρρευσαν από τις Αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες  έδειχναν την Άγκυρα  να είναι έτοιμη να πουλήσει όπλα στον  Ρωσικό διαβόητο  μισθοφορικό όμιλο Wagner. Είτε πιστεύει κανείς είτε όχι αυτές τις διαρροές, παρέχουν περαιτέρω πυρομαχικά στους δυτικούς επικριτές που προτείνουν ότι η Άγκυρα επιδιώκει στενά καθορισμένα στρατηγικά συμφέροντα  ως και μια καιροσκοπική ουδετερότητα. Το Τουρκικό υπουργείο εξωτερικών επιμένει ότι οι σχέσεις της Άγκυρας  με την Ουκρανία και τη Ρωσία δεν είναι ίσες και υποστηρίζουν ότι η μεταφορά της «ισορροπίας» είναι παραπλανητική , με  τα στοιχεία  να δείχνουν ότι η Άγκυρα θέλει να δει τον πόλεμο να τελειώνει το συντομότερο δυνατό.

Στις κατά καιρούς επαφές  μου σε διεθνή συμπόσια  με κορυφαίους Τούρκους διπλωμάτες και αναλυτές  μου επισημαίνουν την  επίσημη στρατηγική εταιρική σχέση της Άγκυρας  με την Ουκρανία ως και το ότι υπάρχει η άμεση  καταγγελία της Τουρκικής κυβέρνησης για την  παράνομη προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία  το 2014 ως απόδειξη ότι έχουν υιοθετήσει μια στάση αρχών. Σε σύγκριση με την υποστήριξη των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου στον Ουκρανικό στρατό, η προμήθεια από την Τουρκία μη επανδρωμένων αεροσκαφών Bayraktar σε εμπορική βάση είναι περιορισμένη. Ωστόσο, σε σύγκριση με την Ινδία, η οποία εξέδωσε μια αξιοσημείωτη επίπληξη στη Ρωσία, ακόμη και όταν οι δύο πλευρές διεύρυναν τους εμπορικούς δεσμούς, η θέση της Άγκυρας φαίνεται ισοδύναμη απέναντι στη πορεία στον Παγκόσμιο Νότο. Η επιφυλακτικότητα της Τουρκίας έχει ισχυρό οικονομικό σκεπτικό και, σε αντίθεση με την Ινδία, η Τουρκία αντιμετωπίζει κρίσεις ασφαλείας σε πολλαπλά σύνορα (στο νότιο  Καύκασο, στη Συρία , στο Ιράκ  ως και την ανατολική Μεσόγειο ) που επιδεινώνονται από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. Με την εξέλιξη μιας οικονομικής κρίσης, η αυτοσυγκράτηση είναι επιτακτική  για την Άγκυρα και θα συνεχίσει να είναι έτσι για όποιον κερδίσει τις εκλογές.

 Δυναμική Αλληλοεξάρτηση

Η Τουρκία διατηρεί ισχυρές οικονομικές σχέσεις τόσο με τις δυτικές χώρες όσο και με τους αντιπάλους τους, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας και της Κίνας, και αυτοί οι δεσμοί είναι απίθανο να αλλάξουν μετά τις εκλογές. Η εξάρτηση της Τουρκίας από τη Ρωσία – τον μεγαλύτερο προμηθευτή Τουρκικών εισαγωγών – είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή και έχει εγείρει ερωτήματα σχετικά με ενδεχόμενη  πολιτική εξάρτηση. Πράγματι, πριν από τον Φεβρουάριο του 2022, οι μελετητές περιέγραψαν τη Ρωσοτουρκική σχέση ως μια ασύμμετρη αλληλεξάρτηση, επισημαίνοντας το τεράστιο έλλειμμα της Τουρκίας στο διμερές εμπόριο και την επιτυχή εμφάνιση  οικονομικής ισχύος από τη Μόσχα μετά την κατάρριψη Ρωσικού αεροσκάφους στα Τουρκοσυριακά σύνορα το 2015 και ενώ μαίνονταν ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία, στο βόρειο τμήμα της οποίας οι Τούρκοι μέχρι το 2019 πραγματοποίησαν τρεις στρατιωτικές εισβολές.

Σήμερα , περισσότερο από ένα χρόνο από την έναρξη της  άθλιας εισβολής στην Ουκρανία, αυτή η αλληλεξάρτηση έχει αυξηθεί, αλλά η διεθνής απομόνωση της Ρωσίας κάνει την ασυμμετρία  επιρροής και εξουσίας λιγότερο έντονη. Πρόσφατα, οι New York Times χρησιμοποίησαν δραματικά γραφικά για να τονίσουν το αυξημένο εμπόριο της Τουρκίας με τη Ρωσία στη μελέτη τους για την ευρύτερη  χρηματοδότηση της πολεμικής προσπάθειας από τη Μόσχα. Η σημασία της Ρωσίας για την οικονομία της Τουρκίας, ωστόσο, δεν πρέπει να υπερεκτιμάται, καθώς η Δύση παραμένει ένα κρίσιμο συστατικό της οικονομίας της Τουρκίας. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Τουρκίας τριπλασιάστηκε την πρώτη δεκαετία μετά την άνοδο του Ερντογάν στην εξουσία το 2002 και αυτή η οικονομική επιτυχία εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την ενσωμάτωση  της στις Ευρωπαϊκές αγορές.

Ενώ οι οικονομικές επιδόσεις της Τουρκίας ήταν πολύ λιγότερο εντυπωσιακές τη δεύτερη δεκαετία της διακυβέρνησης του Ερντογάν,  η Δύση  συνεχίζει να επωφελείται από τον ρόλο της Τουρκίας ως τόπου φθηνού εργατικού δυναμικού για κατασκευαστές προσανατολισμένους στην Ευρωπαϊκή αγορά. Όσο κλισέ κι αν είναι η κοινοτοπία ότι η Τουρκία είναι γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, που  συνδράμει  στην περιγραφή των εμπορικών ροών, η  Τουρκία  σήμερα εισάγει ενέργεια από τη Ρωσία και αγαθά από την Κίνα για να καλύψει την εγχώρια ζήτηση , ενώ  τα τοπικά εργοστάσια συναρμολογούν εξαρτήματα για την Ευρώπη Τα μεγαλύτερα εμπορικά πλεονάσματα της Τουρκίας είναι κοντά με χώρες όπως το Αζερμπαϊτζάν ή  το Ιράκ,αλλά η Ευρωπαϊκή αγορά είναι αυτή που επιτρέπει στην Τουρκία να διατηρήσει έναν μεταποιητικό τομέα κλίμακας προσανατολισμένο στις εξαγωγές.

Στη μελέτη τους, οι New York Times έδειξαν αύξηση 113% στις Τουρκικές εξαγωγές στη Ρωσία κατά τη διάρκεια του έτους του  πόλεμου, αλλά αυτή ήταν ανάπτυξη από ένα χαμηλό σημείο εκκίνησης και εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει ένα κλάσμα του συνόλου για τη Τουρκία. Οι βιομηχανίες αυτοκινήτων, κλωστοϋφαντουργίας και χάλυβα αντιπροσωπεύουν ένα τεράστιο μερίδιο των εξαγωγών της Τουρκίας  και οι Ευρωπαίοι καταναλωτές αγοράζουν μεγάλο μέρος αυτής της παραγωγής. Την τελευταία δεκαετία, η Γερμανία ήταν σταθερά ο μεγαλύτερος αγοραστής Τουρκικών εξαγωγικών προϊόντων  με τις βιομηχανίες αυτοκινήτων και κλωστοϋφαντουργίας να αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ήμισυ των Τουρκικών πωλήσεων. Λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη οποιουδήποτε μετεκλογικού ηγέτη να κερδίσει ξένο νόμισμα, ο ρόλος της Ευρώπης στο μετεκλογικό μέλλον της Τουρκίας είναι αδιαμφισβήτητος. Οι επίσημες εμπορικές στατιστικές, φυσικά, λένε μόνο ένα μέρος της ιστορίας, αλλά σχεδόν κάθε τομέας θα επιβεβαίωνε τους δεσμούς της Τουρκίας τόσο με τη Δύση όσο και με τους ανταγωνιστές της Δύσης.

Οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ έχουν βάσιμες ανησυχίες για παράλληλες εξαγωγές μικροτσίπ και κρίσιμων χημικών υλικών  μέσω της Τουρκίας στη Ρωσία, και ωστόσο η σημερινή Τουρκική ηγεσία συνεχίζει να επιμένει ότι απαγορεύει την εξαγωγή υλικών που θα βοηθούσαν τον Ρωσικό στρατό. Ο αριθμός των Ρώσων επισκεπτών στην Τουρκία έχει αυξηθεί την τελευταία δεκαετία, αλλά συναναστρέφονται με μια διαφορετική ομάδα ξένων(σε προσέλκυση)  Πολλά έχουν γίνει από τις πρόσφατες επενδύσεις του Κατάρ, αλλά, κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας  του Ερντογάν, η μόνη μεγαλύτερη πηγή ξένων άμεσων επενδύσεων ήταν η Ολλανδία και μεγάλο μέρος αυτών των επενδύσεων έγινε στα λιμάνια που εξυπηρετούν το εξωτερικό εμπόριο της Τουρκίας.(Σμύρνη, Αττάλεια, Μερσίνα,Κωνσταντινούπολη κα)

Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει αλλάξει ελάχιστα αυτές τις τάσεις.Η Τουρκία που έχει περιορισμένα ταμειακά διαθέσιμα δεν έχει την πολυτέλεια να επενδύσει σε νέες υποδομές ή να παραιτηθεί/απαγκιστρωθεί  από τη Ρωσική ενέργεια, όπως η Ευρώπη προσπαθεί να επιτύχει τον τελευταίο χρόνο..Και η Τουρκία θα πρέπει ακόμα να πληρώνει για τις εισαγωγές ενέργειας με έσοδα από έναν μεταποιητικό τομέα που είναι ενσωματωμένος στις Ευρωπαϊκές αγορές. Η κορυφαία προτεραιότητα για όποιον επικρατήσει στις 14 Μαΐου θα είναι η οικονομία και κανένας Τούρκος πολιτικός δεν θα έχει την πολυτέλεια να διαλέξει πλευρά.

Οι επιλογές

Αν ο Ερντογάν κερδίσει τις εκλογές, μια σχετική συνέχεια των ισχυόντων  είναι σχεδόν εξασφαλισμένη. Έχει δεσμευτεί δημόσια για ανορθόδοξη νομισματική πολιτική και θα ήταν περίεργο αν αύξανε και άλλο  τα επιτόκια. Ωστόσο, θα αναγκαστεί να αντιμετωπίσει το κόστος των προηγούμενων επιλογών. Μετά τον καταστροφικό σεισμό της 6ης Φεβρουαρίου, εμφανίστηκε  λιγότερο συγκρουσιακός  και απειλητικός στο εξωτερικό ( το πιο σημαντικό είναι η “απόψυξη” της έντασης με την Ελλάδα.). Θα πρέπει επίσης να αναμένεται περιορισμός μετά τις εκλογές, αλλά θα υπάρξουν όρια στην ικανότητά του να υποχωρήσει  σε ορισμένους από τους ανταγωνισμούς που μ τις λάθος επιλογές του ενίσχυσε και  τροφοδότησε. Η αναμφισβήτητη δημοτικότητα της αντιπολίτευσης και η οικονομική κρίση  ενδέχεται να τον οδηγήσουν σε ακόμη πιο αυταρχικά μέτρα και η πιθανή μετεκλογική πολιτική καταστολή σίγουρα θα συνέχίζει να εντείνει τις σχέσεις  του με τη Δύση.

Όμως  είναι απίθανο αυτή η ένταση να ωθήσει την Τουρκία προς τη Ρωσία. Ο Ερντογάν θα εξαρτάται από τις εξαγωγές προς τη Δύση και η απειλή οικονομικών κυρώσεων θα παραμένει ένα ισχυρό όπλο για τους Δυτικούς. Αν  κερδίσει ο Kιλιτσντάρογλπυ  η αλλαγή θα  μπορούσε να είναι δραματική. Η αντιπολίτευση υπόσχεται να απελευθερώσει πολιτικούς κρατούμενους(Κούρδους, Γκιουλενιστές κα) , να επιστρέψει σε ένα κοινοβουλευτικό σύστημα, να ασπαστεί τη νομισματική ορθοδοξία και να βελτιώσει τους δεσμούς με τη Δύση. Αυτά τα μέτρα, χωρίς αμφιβολία, θα αρχίσουν να αναιρούν μέρος του έργου του Ερντογάν. Τούτου λεχθέντος, η αντιπολίτευση θα πρέπει να διαχειριστεί τις αντικρουόμενες δεσμεύσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία στη Συρία και αλλού, και οι οικονομικοί δεσμοί με τη Ρωσία ,πιθανότατα θα μειωθούν. Αν η Δύση περιμένει πάρα πολλά άμεσα  από την αντιπολίτευση, η πίεση θα μπορούσε κάλλιστα να αποτύχει. Η υποστήριξη των ΗΠΑ προς τις Μονάδες Προστασίας του Λαού(PYD/YPG) με έδρα τη  βόρεια Συρία και τον Φετουλάχ Γκιουλέν έχουν τροφοδοτήσει έναν αντιαμερικανισμό που θα παραμείνει ισχυρός. Στη Συρία, ο Kıλιτσντάρογλου  θα αναζητήσει σχεδόν σίγουρα  κάποιο συμβιβασμό με τον  Άσαντ.Ο Τούρκος ηγέτης της αντιπολίτευσης έγραψε  επιστολή απευθείας στη Δαμασκό στον απόηχο του σεισμού και υποσχέθηκε να διευκολύνει την επιστροφή των Σύριων προσφύγων εντός ενός έτους από την εκλογή του.

Η πραγματική πρόοδος, ωστόσο, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα είναι πιο αργή. Μεταξύ όλων των επιλογών εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας, η μεγαλύτερη υπόσχεση του Κιλιτσντάρογλου θα μπορούσε να είναι ότι θα επιστρέψει  προς την προσέγγιση με την Αθήνα που συνέβη την παραμονή της ανόδου του Ερντογάν στην εξουσία. Η στιγμή του τέλους της δεκαετίας του 1990, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες διευκόλυναν μια σημαντική βελτίωση  στις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, προσφέρει έναν οδικό χάρτη για την Ουάσιγκτον σήμερα(αναμένονται πολύ σοβαρές εξελίξεις μέσα στους επόμενους μήνες στο τρίγωνο Αθήνα -Άγκυρα-Λευκωσία) . Όπως υποστήριξε μια πρόσφατη έκθεση του Ινστιτούτου Ερευνών Εξωτερικής Πολιτικής, η Ουάσιγκτον θα πρέπει να είναι προσεκτική και «να επιδιώξει να συνεργαστεί με την Άγκυρα όπου αντιλαμβάνεται άμεσο όφελος από αυτό».

Το πιο σημαντικό, είναι ότι αν υπάρξει μια κυβέρνηση στην Άγκυρα υπό την ηγεσία του Kιλιτσντάρογλου  οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να είναι πιο αποτελεσματικές στην ενθάρρυνση της εμπλοκής των Ευρωπαίων διπλωματών με την Τουρκία. Λίγοι Τούρκοι πιστεύουν ότι ο προγενέστερος στόχος της  χώρας είναι η Ε.Ε.  Απαιτείται κάποιου είδους διπλωματική επαναφορά. Με τη χώρα απελπισμένη για έσοδα από εξαγωγές και σκληρό νόμισμα, είναι δύσκολο να μην ξαναθυμηθούμε την ακύρωση από τη Volkswagen  της επένδυσης το 2019-2020 ενός εργοστασίου 1,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων στη Μανίσα λόγω των στρατιωτικών επιχειρήσεων της Άγκυρας στη Συρία. Οποιαδήποτε κυβέρνηση μετά τις 14 Μαΐου θα πρέπει να είναι πρόθυμη να βελτιώσει τις οικονομικές σχέσεις με την Ευρώπη, εφόσον αυτή η βελτίωση δεν συνδέεται με  μία κάθετη ρήξη με τη Ρωσία.

Δημοσιεύεται στον Ελεύθερο Τύπο

*Το άρθρο εκφράζει προσωπικές απόψεις και εκτιμήσεις του συντάκτη

φωτ.ambassadorsatlarge